+Επισκόπου Νικοπόλεως Μελετίου
Η Ανάσταση του Χριστού είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της χριστιανικής πίστης.
α. Ο απόστολος Παύλος γράφει:
Η ανάσταση είναι το ουσιαστικώτερο σημείο της πίστης μας. Αυτό σημαίνει: Αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε,
• η πίστη μας είναι στο σύνολό της μάταιη∙
• και εμείς οι απόστολοι είμαστε ένα συνάφι βλάσφημοι και παλιάνθρωποι, αφού εκηρύξαμε – για λογαριασμό του Θεού! – ένα ψέμα: ότι ανάστησε τον Χριστό∙ χωρίς να τον έχη πράγματι αναστήσει (Α’ Κορ. 15,15-16)!
β. Και ο άγιος Αυγουστίνος γράφει:
«Δεν είναι καθόλου για μας μεγάλο, αν πιστεύουμε ότι ο Χριστός απέθανε. Αυτό το πιστεύουν και οι ειδωλολάτρες. Και οι Ιουδαίοι. Και όλοι οι παλιάνθρωποι. Όλοι το πιστεύουν, ότι απέθανε. Η πίστη των χριστιανών είναι η Ανάσταση του Χριστού. Αυτό είναι για μας το μεγάλο: Πιστεύομε, ότι ο Χριστός αναστήθηκε;».
γ. Και ο περίφημος R. Strauss (Ρίχαρντ Στράους) στα γεράματα του ωμολόγησε:
Αφού δεν πιστεύω στην Ανάσταση του Χριστού, δεν είμαι χριστιανός .
Να λοιπόν το ερώτημα: Αναστήθηκε ο Χριστός; ή ΝΑΙ, ή ΟΧΙ! Άλλη λύση δεν χωρεί!
* Αν αναστήθηκε, τότε είναι αυτό που μας έλεγε. Είναι Θεός. Και όλα όσα έλεγε, είναι όλα αληθινά.
* Αν δεν αναστήθηκε, τότε οι απόστολοι μας λένε ψέματα! Και
ή είναι αυτουργοί απάτης
• ή είναι θύματα απάτης.
Ένα από τα δύο: ή απατούν ή απατήθηκαν 3»! Ας εξετάσουμε προσεκτικά τις δύο αυτές εκδοχές:
Α’ ΜΗΠΩΣ ΜΑΣ ΑΠΑΤΗΣΑΝ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ;
α. Έκλεψαν το σώμα
Ο Ιησούς εσταυρώθη. Απέθανε στο Σταυρό. Και ετάφη από τους «ευσχήμονες» (=εβραίους αξιωματούχους) μαθητές Του Ιωσήφ και Νικόδημο.
Ετάφη εσπευσμένα. Γιατί εκοιμήθη, λίγο πριν δύση ο ήλιος. Και από την δύση του ηλίου άρχιζε ο εορτασμός του Πάσχα. Έτσι ο Ιωσήφ, αφού Τον άλειψε με αρώματα και σμυρναλόη και Τον ετύλιξε με ένα σινδόνι, Τον έβαλε στον τάφο που ετοίμαζε για τον εαυτό του. Ένα τάφο λελατομημένο (= σκαλισμένο) επάνω σε ένα βράχο. Και έκλεισε στο στόμιο του τάφου με μια μεγάλη πλάκα, που δύσκολα την μετακινούσαν δύο άνδρες (Ματθ. 27,60).
Την επομένη, παρ’ ότι εόρταζαν το Πάσχα οι αρχιερείς των Εβραίων, αδιαφορώντας για εορτή και διατάξεις περί καθαρότητος (βλ. Ιω. 18,28), επήγαν στο πραιτώριο. Και είπαν στον Πιλάτο:
– Κύριε, εμνήσθημεν, ότι εκείνος ο πλάνος είπεν έτι ζων: Μετά τρεις ημέρας εγείρομαι! Κέλευσον ουν ασφαλισθήναι τον τάφον έως της τρίτης ημέρας∙ μήποτε ελθόντες οι μαθηταί Αυτού νυκτός κλέψωσιν Αυτόν και είπωσι, ότι: Ηγέρθη από των νεκρών. Και έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης (Ματθ. 27,63-64). Δηλαδή: Εξοχώτατε, θυμηθήκαμε, ότι εκείνος ο πλάνος είχε ειπεί: Μετά τρεις ημέρες θα αναστηθώ. Σε παρακαλούμε, διάταξε να φρουρηθή ο τάφος, μέχρι που να συμπληρωθή και η τρίτη ημέρα. Γιατί φοβούμεθα, πως θα πάμε οι μαθητές Του και θα Τον κλέψουν. Και θα λένε: Αναστήθηκε. Και η πλάνη αυτή θα είναι η χειρότερη που μπορεί κανείς να φαντασθή!
Ο Πιλάτος τους έδειξε κατανόηση!
• Τους έδωσε μια ολόκληρη κουστωδία.
• Εσφράγισε τον λίθο του τάφου με την σφραγίδα του.
• Έθεσε την κουστωδία υπό την άμεση εποπτεία του Καϊάφα∙ στις διαταγές του Καϊάφα.
Η ρύθμιση αυτή ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να περιμένη ο Καϊάφας. Τον εξασφάλιζε σε απόλυτο βαθμό. Μα παράλληλα ήταν και ένα μοναδικό στον κόσμο γεγονός. Ούτε ξανάγινε. Ούτε θα ξαναγίνη ποτέ, όσο υπάρχει κόσμος. Φρουρούσαν τον τάφο, να μη χαθή ο νεκρός!
Μα την άλλη ημέρα το πρωΐ, τρίτη ημερολογιακή ημέρα από την στιγμή του θανάτου του Ιησού, ο τάφος ευρέθη κενός. Έλειπε ο νεκρός!
Ο κενός τάφος υπήρξε γεγονός ιστορικό, που κανείς δεν το αμφισβήτησε.
• Οι μαθητές έδωσαν την εξήγηση: Ο Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών. Τον είδαμε. Τον εγνωρίσαμε. Τον εψηλαφήσαμε. Μας μίλησε. Κουβεντιάσαμε. Εφάγαμε και ήπιαμε μαζί
• Οι Εβραίοι έδωσαν την δική τους εξήγηση: Το σώμα του Ιησού το έκλεψαν οι μαθητές. Κάποια στιγμή, που οι φρουροί είχαν όλοι αποκοιμηθή. Το έκλεψαν επίτηδες. Για να φτιάξουν το «παραμύθι», ότι ο Χριστός αναστήθηκε!
Έχομε δύο εκδοχές διαμετρικά αντίθετες. Και οι δύο δεν μπορεί να είναι σωστές!… Ποιά είναι η σωστή;
Πώς θα ερευνηθή η αλήθεια μιας πληροφορίας;
Μόνο με την ιστορικο-δικαστική μέθοδο (βλ. κεφ. Γ § δ’). Με άλλα λόγια πρέπει
α. να ερευνηθούν όλες οι υπάρχουσες μαρτυρίες∙ και
β. παράλληλα να ερευνηθούν με ευαισθησία δικαστικού ανακριτή τα κίνητρα, που ώθησαν τα συγκεκριμένα πρόσωπα να δώσουν την κάθε μαρτυρία. Πρέπει σαν δικαστές-ανακριτές να ιδούμε, τι κρύβεται γύρω από την κάθε δήλωση, ομολογία ή κατάθεση. Στην έρευνα γύρω από τα κίνητρα οι δικαστικοί ανακριτές είναι επιστήμονες. Ακούουν ολίγα και βγάζουν συμπεράσματα:
• Αυτός δεν είναι δυνατόν να είναι αθώος.
• Αυτός δεν μπορεί να είναι ένοχος.
• Πίσω από τα λόγια αυτά κρύβεται κάτι το ύποπτο.
Δεν επιτρέπεται να επιστρατεύσωμε όλη μας την δυνατή κακοπιστία σε ό,τι έχει σχέση με την μαρτυρία των αποστόλων∙ και να δεχώμεθα καλόπιστα τις θέσεις των Εβραίων, από φόβο μη μας χαρακτηρίσουν «αντισημιτιστές»! Αυτό δεν είναι αντικειμενικότητα!
β. Η μαρτυρία των Εβραίων
Όπως είπαμε και πιο επάνω, οι Εβραίοι, όταν έμαθαν ότι ο τάφος του Ιησού ευρέθη κενός, έδωσαν την εξήγηση: Το σώμα του Ιησού το έκλεψαν οι μαθητές του, για να διαδώσουν τον μύθο, ότι αναστήθηκε.
Αν είμαστε δικαστές-ανακριτές, τί θα διερωτώμεθα;
Στέκει η μαρτυρία τους; Στέκει νομικά και λογικά η εξήγηση, που μας δίνουν; Πείθει;
Ας ακούσωμε μερικές παρατηρήσεις, που την εξήγηση αυτή των Εβραίων «την τινάζουν στον αέρα!».
Ακούσατε ποτέ τέτοιο πράγμα;
«Τίς είδε; Τίς ήκουσε, νεκρόν κλαπέντα ποτέ; Μάλιστα εσμυρνισμένον και γυμνόν, καταλιπόντα εν τω τάφω, τα εντάφια αυτού»;
Περιπτώσεις, που έκλεψαν τα ρούχα και τα κοσμήματα των νεκρών και αφήκαν τους νεκρούς, έχομε πολλές! Μα περίπτωση, που να έκλεψαν τον πεθαμένο, δεν υπάρχει στην παγκόσμια ιστορία! Καμμία! Πώς να δεχθώ τέτοια εξήγηση;
Πειράζει, που τα λόγια αυτά τα λέει τροπάριο; Χάνουν την αξία τους για αυτό;
Να Τον μισούν έπρεπε.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος κάνει τις εξής παρατηρήσεις:
Τον έκλεψαν; Να Τον κάμουν τί; Για ποιό λόγο; Γιατί; Λένε οι Εβραίοι: Τον έκλεψαν οι μαθητές Του… Επειδή Τον αγαπούσαν!…
Γιατί να τον αγαπούσαν; Να τον μισούν έπρεπε τότε! Γιατί τους είχε εξαπατήσει! Γιατί τους είχε εκμεταλλευθή απαίσια! Γιατί τους είχε ξεσηκώσει, με χίλιες δύο ψεύτικες ελπίδες! Τους είχε βάλει να αφήσουν τα σπίτια τους∙ τους γονείς τους∙ τις οικογένειές τους∙ τα αγαθά τους∙ την ζωή τους! Εξ αιτίας Του ολόκληρο το έθνος τους είχε στραφή εναντίον τους και τους εθεωρούσε προδότες και εχθρούς του! Γιατί όλα αυτά; Γιατί τους είχε φουσκώσει ψέματα! Να την είχε και ο ίδιος (σαν άνθρωπος) «πατήσει», θα μπορούσαν να εξακολουθούν και να Τον αγαπούν και να Τον συγχωρούν! Μα είναι φως-φανάρι, ότι όλα αυτά είχαν γίνει επίτηδες! Πώς να Τον συγχωρήσουν;
Τί είχε κάμει;
Τους είχε ειπεί, ότι είναι ο αθάνατος και παντοδύναμος Θεός! Τους είχε υποσχεθή ολόκληρο τον ουρανό και αποδείχθηκε απλός άνθρωπος! Κανονικά λοιπόν, μετά από μια τέτοια εμπειρία, φυσικό ήταν για τους αποστόλους όχι να πάνε να Τον κλέψουν (για ποιό σκοπό; να Τον κάμουν τί;), αλλά να έβγαιναν στους δρόμους και να εφώναζαν: Μας γέλασε! Μας απάτησε! Μας φούσκωσε στα ψέματα! Μας επήρε στον λαιμό του!
Και ήταν σίγουρο, ότι τότε οι Εβραίοι και θα τους συγχωρούσαν και θα τους τιμούσαν.
Δεν έχει δίκιο ο άγιος Ιωάννης;
Μπορούσαν και να ήθελαν;
Ο ίδιος μεγάλος άγιος λέγει:
Το ψέμα παντού και πάντοτε πέφτει σε ένα σωρό αντιφάσεις. Ενώ, αντίθετα η αλήθεια όλο και λάμπει.
Έπρεπε να βρεθή τρόπος να πιστεύση ο κόσμος, ότι ο Χριστός απέθανε και ετάφη και ανέστη. Μα να, σ’ αυτό μας βοηθούν οι εχθροί μας!
Και να πως: Εσφραγίσθη ο τάφος και ετέθη υπό φρουρήση! Μπορεί με τέτοιες συνθήκες να γίνη λοβιτούρα; Και να, με τέτοιες συνθήκες ευρίσκουν τον τάφο κενό! Δεν γίνεται – μόνο από αυτό – ολοφάνερο, ότι αναστήθηκε; Τί άλλη εξήγηση μπορείς να βρης, κάτω από τέτοιες συνθήκες; Το βλέπεις, πώς με τον δικό τους τρόπο βοηθούν οι εχθροί μας να λάμψη η αλήθεια;
Τον έκλεψαν! Λένε.
Πότε τον έκλεψαν; Το Σάββατο, που δεν τους επέτρεπαν ούτε να βγουν από το σπίτι τους; Και έστω τον νόμο του Θεού τον έγραψαν στα παλιά τους τα παπούτσια; Πώς ετόλμησαν να το σκεφθούν, να πάνε να κλέψουν εκείνο που φρουρούσε μια ολόκληρη κουστωδία; Και μάλιστα άνθρωποι τόσο δειλοί; Αλλά έστω και αυτό το έκαμαν! Για ποιό λόγο; Για να ειπούν, πώς αναστήθηκε; Φθάνει να ειπή κανείς ένα τέτοιο πράγμα; Με τί έπειθαν τον κόσμο, ότι πράγματι αναστήθηκε; Τί θα του έλεγαν; Με τί θα το απεδείκνυαν; Με τί μούτρα θα έστεκαν και θα μιλούσαν για ένα πεθαμένο; Με τί καρδιά; Με τί ελπίδα; Τί θα επερίμεναν; Ποιά ανταμοιβή; Την ευλογία του Θεού, που θα είχε οργισθή εναντίον τους;
Και με τί όπλα θα ξεκινούσαν για τέτοιο εγχείρημα;
• την σοφία και την ευγλωττία τους;
Ήσαν οι πιο αμόρφωτοι στον κόσμο!
• τον πλούτο τους;
Ήσαν ξυπόλυτοι!
• την ευγενική καταγωγή τους;
Ήσαν άνθρωποι απλοί, χωριάτες!
• τον αριθμό τους;
Ένδεκα ήσαν! Και κατατρομαγμένοι. Και ο αρχηγός τους έτρεμε μπροστά σε μια υπηρέτρια!
Η κουστωδία
Για εκείνους που δεν ξέρουν, σημειώνομε ότι η κουστωδία ήταν ένα σώμα 16 τουλάχιστον λεγεωναρίων (= πεπειραμένων στρατιωτών), που είχαν συλλογικά την υποχρέωση να φυλάττουν ό,τι τους ανέθεταν. Για την εκτέλεση της υπηρεσίας τους εχωρίζοντο σε τέσσερες ομάδες, από τις οποίες εκοιμάτο η μία∙ και οι άλλες τρεις αγρυπνούσαν στο καθήκον τους. Αυτό το ώριζε μια παγία Ρωμαϊκή νομοθεσία, που προέβλεπε αυστηρότατες κυρώσεις για κάθε πλημμελή εκτέλεση του καθήκοντος, χωρίς να εξετάζη, αν είχε επέλθει βλάβη εξ αντικειμένου (= απώλεια του φρουρουμένου) ή όχι.
Η εκδοχή, ότι το σώμα του Ιησού το έκλεψαν από τον τάφο οι μαθητές Του, είναι η επίσημη εκδοχή των Εβραίων. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται εύλογη. Μα δεν είναι. Για τους εξής λόγους:
• ο τάφος του Ιησού εφρουρείτο από κουστωδία∙
• ο τάφος είχε σφραγισθή∙
• η σφραγίδα κατεστράφη∙ και ο τάφος ανοίχθηκε∙
• ο νόμος ώριζε: ο στρατιώτης, που εκτελούσε πλημμελώς τα καθήκοντά του, έπρεπε να εκτελεσθή∙
• τα παραπτώματα ήσαν δέκα οκτώ∙
• μια περίπτωση ήταν, αν είχε για λίγο αποκοιμηθή∙
• μια άλλη, αν είχε για λίγο απομακρυνθή από τον τόπο του καθήκοντος.
• Για όλες τις παραβάσεις η ποινή ήταν: σταύρωση.
3. Με τέτοια νομοθεσία, και τέτοιες συνθήκες είναι ποτέ δυνατόν να αδιαφόρησαν και οι δέκα έξι στρατιώτες και να το έρριξαν στον ύπνο; Αυτό λογικά-δικαστικά δεν στέκει. Δημιουργεί πιο πολλά ερωτήματα από όσα λύνει. Φωνάζει, ότι πίσω από την εξήγηση αυτή κρύβεται κάποια σκοπιμότητα.
Για να φτιάξουν θρησκεία!
Έτσι λένε οι Εβραίοι; Τον έκλεψαν, για να ειπούν ότι αναστήθηκε∙ και να φτιάξουν θρησκεία!
Αλλά ας ιδούμε, πώς φτιάχνονται οι θρησκείες!
Το 1792 μέσα στην παραζάλη της Γαλλικής Επαναστάσεως, που κατάργησε με διάταγμα το Θεό και τον Χριστό, και αποφάσισε να φτιάξη δική της θρησκεία, ένας La Reveillere Lepeaux (Λα Ρεβεγιέρ Λεπώ) έφτιαξε μια δικής του έμπνευσης θρησκεία: την θρησκεία των θεοφιλανθρώπων.
Είχε από πίσω του όλον τον παντοδύναμον μηχανισμό της Γαλλικής Επανάστασης. Και άριστες συνθήκες, αφού ο λαός ήταν αγανακτισμένος κατά της φράγκικης φεουδαρχικής ιεραρχίας της Καθολικής Εκκλησίας και το έδαφος ήταν προετοιμασμένο από το έργο των Διαφωτιστών! Και ποιό το αποτέλεσμα; Παρ’ ότι η θρησκεία που επινοήθηκε ήταν λογοκρατική, γελούσαν οι πάντες με τα καμώματα του Λα Ρεβεγιέρ Λεπώ! Ακόμη και οι ηγέτες της Γαλλικής Επανάστασης!
Και εκείνος διαμαρτυρόταν!
– Δεν με βοηθείτε, όσο πρέπει! Το θέμα δεν πάει μπροστά! Μα γιατί ο Χριστός τα κατάφερε και εμείς δεν κάνομε τίποτε;
Τότε ένας ηγέτης της Γαλλικής Επανάστασης του είπε:
– Είναι πολύ απλό. Αν και συ θέλεις να επιτύχη το έργο σου, διάλεξε μια Παρασκευή. Και σταυρώσου. Και πέθανε στον σταυρό. Και μεις θα σε θάψωμε. Μόνο πρόσεξε, να αναστηθής την Κυριακή! Τότε, όλα θα πάνε καλά!…
Μετά από λίγο οι εμπνεύσεις του Λα Ρεβεγιέρ Λεπώ διαλύθηκαν. Και το θυμόμαστε, μόνο για να γελάμε! Και όμως είχε άριστες προϋποθέσεις για να φτιάξη θρησκεία!
Δεν φτιάχνονται τόσο εύκολα οι θρησκείες. Και προ παντός δεν φτιάχνονται θρησκείες με συνεχείς διωγμούς.
Με διωγμούς και κυνηγήματα, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ούτε τοίχο με πέτρες και λάσπη δεν μπορούμε να χτίσωμε! Μα οι απόστολοι με τέτοιους διωγμούς και με συνεχείς εξοντώσεις οικοδόμησαν Εκκλησίες και σε ολόκληρη την οικουμένη! Δεν μιλάω για Εκκλησίες-κτίρια!… Οικοδόμησαν Εκκλησίες από ανθρώπους με ψυχή και με φρόνημα ακατάβλητο∙ πράγμα πολύ δύσκολο!
Πώς με τέτοιες συνθήκες, έγινε τέτοιο πράγμα; Πώς επήρε τέτοια λαμπρή έκβαση το έργο τους; Δεν σου λέει τίποτε η έκβαση αυτή; Δεν το καταλαβαίνεις, ότι δεν θα εγίνετο τίποτε, αν δεν ήταν έργο της θείας δύναμης;
Υπάρχει πιο ανόητο επιχείρημα;
Μόλις ο τάφος ευρέθη κενός, ο Καϊάφας έδωκε την εξήγηση.
– Αυτό είναι έργο των μαθητών Του. Αυτοί επήγαν και έκλεψαν το σώμα του Ιησού. Κάποια στιγμή που είχαν αποκοιμηθή οι φρουροί.
Στο επιχείρημα αυτό απαντά ο άγιος Αυγουστίνος:
Τί λες, βρε ανόητε! Δεν βρήκες τίποτε καλλίτερο, να «τα μπαλώσης»;
Τόσο πολύ σου έφυγε το τσερβέλο; Τόσο πολύ βούλιαξες στον πάτο της κουτοπονηρίας; Ανθρώπους αποκοιμισμένους έχεις μάρτυρες; Ασφαλώς εσύ κοιμάσαι πιο πολύ! Αν εξάντλησες όλη την φαιά ουσία σου, και βρήκες τέτοια επιχειρήματα, συ πρέπει να κοιμάσαι ολόρθος! Αν οι στρατιώτες είχαν αποκοιμηθή, τί είδαν; Αν τους είδαν, πώς δεν τους έπιασαν; Και αν δεν είδαν, τί σόϊ μάρτυρες είναι;
Συμπέρασμα: Από όλα αυτά γίνεται φανερό ακόμη και στον πιο απλό άνθρωπο, ότι η εκδοχή των Εβραίων∙
• Δεν στηρίζεται σε καμμιά μαρτυρία.
• Είναι μια αυθαίρετη επινόηση.
Είναι ποτέ δυνατό να την δεχθή έντιμος και ευσυνείδητος δικαστικός ανακριτής;
Όλα γύρω από αυτήν οδηγούν στην υποψία, ότι πίσω από την εκδοχή αυτή κρύβεται κάποια πονηρή σκοπιμότητα.Ο A.M. Ramsay, που θεωρείται ως ο μέγιστος αρχαιολόγος-ερευνητής του Α’ αιώνος μ.Χ. στον κόσμο, γράφει:
«Ο κενός τάφος είναι τόσο μεγάλο γεγονός, που δεν επιτρέπεται να το προσπεράσης έτσι «απλά» και «εύκολα».
Εγώ πιστεύω στην ανάσταση του Χριστού. Για πολλούς λόγους. Μα, σαν ιστορικός, κυρίως εξ αιτίας του κενού τάφου.
Και πιστεύω, γιατί είναι αδύνατο να εξηγήση κανείς με κάποιο διαφορετικό τρόπο, που θα πείθη λογικά, πώς ευρέθη ο τάφος του Ιησού κενός.
Η μαρτυρία των αποστόλων για την Ανασταση του Χριστου(συνεχίζετε…)
(απο το βιβλίο “Τι ειναι ο Χριστος”, κεφαλαιο Ε`)