ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ

Metr. ΑΝΤΗΟΝΥ ΒLΟΟΜ

Σέ ἕναν ἀπό τούς Ψαλμούς διαβάζουμε τόν παρακάτω στίχο· «Οἱ σπείροντες ἐν δάκρυσιν, ἐν ἀγαλλιάσει θεριοῦσι..» (Ψαλμ. 125, 5)12. ῎Αν στίς ἑβδομάδες τῆς προετοιμασίας πού πέρασαν, ἀντικρύσαμε νά καθρεφτίζεται στίς παραβολές ὅ,τι εἶναι ἄσχημο καί ἀνάξιο γιά μᾶς, ἄν σταθήκαμε μπροστά στό κριτήριο τῆς συνειδήσεώς μας καί τοῦ Θεοῦ, τότε ὄντως ἔχουμε σπείρει τή σωτηρία μας ἐν δάκρυσι. Καί ὅμως, ὑπάρχει ἀκόμη χρόνος, διότι ἀκόμη κι ὅταν μπαίνουμε στόν καιρό τῆς συγκομιδῆς, ὁ Θεός μᾶς δίνει ἕνα περιθώριο· προχωρώντας πρός τή Βασιλεία, πρός τήν ῾Ημέρα τῆς ᾿Αναστάσεως, μποροῦμε ἀκόμη, κάθε στιγμή, μέ τήν προοπτική τῆς σωτηρίας, ἐνώπιον τῆς νίκης τοῦ Θεοῦ, νά στρεφόμαστε πρός αὐτόν μέ εὐγνωμοσύνη καί συντριβή μαζί καί νά λέμε, «῎Οχι, Κύριε! Μπορεῖ νά εἶμαι ὁ ἐργάτης τῆς ἑνδεκάτης ὥρας, ἀλλά δέξου με, ὅπως τό ἔχεις ὑποσχεθεῖ!».

Τήν περασμένη Κυριακή ἑορτάσαμε τόν θρίαμβο τῆς ᾿Ορθοδοξίας, τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία ἡ ᾿Εκκλησία διακήρυξε ὅτι νομιμοποιεῖται καί ἔχει τό δικαίωμα νά ἀπεικονίζει τή μορφή τοῦ Χριστοῦ· ἡ διακήρυξη δέν ἀφοροῦσε τήν τέχνη, ἀλλά ἦταν μιά βαθιά θεολογική ὁμολογία τῆς ᾿Ενσαρκώσεως. ῾Η Παλαιά Διαθήκη μᾶς ἔλεγε ὅτι ὁ Θεός δέν ἀπεικονίζεται μέ κανένα τρόπο διότι εἶναι ἕνα ἀπύθμενο μυστήριο· δέν ἔχει οὔτε ὄνομα ἐκτός ἀπό τό μυστηριῶδες ὄνομα τό ὁποῖο γνωρίζει ὁ ῞Υψιστος ᾿Αρχιερεύς. Στήν Καινή Διαθήκη ὅμως μάθαμε, καί γνωρίζουμε ἀπό ἐμπειρία, ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ῎Ανθρωπος, ὅτι τό πλήρωμα τῆς Θεότητος κατοίκησε καί ἐξακολουθεῖ νά κατοικεῖ γιά πάντα ἐν σαρκί· ἄρα ὁ Θεός ἔχει ἕνα ἀνθρώπινο ὄνομα (᾿Ιησοῦς) καί ἕνα ἀνθρώπινο πρόσωπο, πού μπορεῖ νά ἀναπαρασταθεῖ σέ εἰκόνες. Συνεπῶς, κάθε εἰκόνα εἶναι μία ὁμολογία τῆς βεβαιότητάς μας ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος· καί ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά ἐπιτύχει -μέ τρόπο τραγικό καί ἔνδοξο μαζί- τήν ὑπέρτατη ἀλληλεγγύη μ’ ἐμᾶς, νά γίνει ἕνας ἀπό μᾶς ὥστε νά γίνει ὁ καθένας μας ἕνα ἀπό τά παιδιά τοῦ Θεοῦ. «Αὐτός ἐνηνθρώπισεν ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν», ὅπως λέει καί ἡ Γραφή. Γι’ αὐτό ἤδη ἀπό τήν ἑβδομάδα πού μᾶς πέρασε μπορούσαμε νά εὐφραινόμαστε· καί ἐνῶ, μιά ἑβδομάδα πρίν, ἤδη προετοιμαζόμαστε νά συναντήσουμε αὐτό τό θαῦμα, αὐτό τό θάμβος τῆς ᾿Ενσάρκωσης, ἡ ᾿Εκκλησία μας, χαμηλόφωνα, σχεδόν ψιθυριστά, ἔψαλλε τόν Κανόνα τοῦ Πάσχα· Χριστός ᾿Ανέστη ἐκ νεκρῶν· διότι δέν πρόκειται γιά μία μελλοντική ὑπόσχεση, ἀλλά γιά μία παρούσα βεβαιότητα, μία ἀνοικτή πόρτα γιά νά εἰσέλθουμε διά τοῦ Χριστοῦ, διά τῆς Θύρας, ὅπως ὀνομάζει τόν ῾Εαυτό Του, στήν αἰωνιότητα.

Σήμερα, μνημονεύουμε τόν ῞Αγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἕναν ἀπό τούς μεγάλους ῾Αγίους τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὁ ὁποῖος ἀπέναντι στήν αἵρεση καί τήν ἀμφιβολία, διακήρυξε ἐκ τῶν ἔσω τήν ἐμπειρία τῶν ἀσκητῶν καί ὅλων τῶν πιστῶν· ὅτι δηλαδή ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἕνα κτιστό δῶρο· ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἶναι πού ἐκφράζει τόν ῾Εαυτό Του σέ μᾶς, ὥστε πλημμυρισμένοι ἀπό τήν παρουσία Του καί ἔχοντας ὡς μοναδική προϋπόθεση τήν ἀποδοχή Του μέσα μας, νά ἀνοιχτοῦμε σταδιακά πρός Αὐτόν καί νά γίνουμε κάπως διαφανεῖς σ’ αὐτό τό Φῶς, καί σιγά σιγά, ὅλο καί πιό πολύ νά μετέχουμε στή Θεία φύση Του.

Αὐτό δέν εἶναι ἁπλῶς μιά ὑπόσχεση ἀλλά μία βεβαιότητα καθώς ἔχει συμβεῖ σέ χιλιάδες χιλιάδων ἀνδρῶν καί γυναικῶν, τούς ὁποίους ἐμεῖς τιμοῦμε ὡς ῾Αγίους· ἔγιναν θείας φύσεως κοινωνοί καί ἀποτελοῦν γιά μᾶς μιά ἀποκάλυψη καί μιά σιγουριά γιά τό τί καλούμαστε νά εἴμαστε καί νά γίνουμε.

Σήμερα λοιπόν, κάνουμε ἄλλο ἕνα βῆμα πού μᾶς φέρνει στή χαρά καί τή δόξα τοῦ Πάσχα. Σέ ἄλλη μία ἑβδομάδα θά ὑμνήσουμε τόν Σταυρό· τόν Σταυρό πού ἦταν ὁ φόβος καί ὁ τρόμος τῶν κακούργων καί ἔχει γίνει τό σημεῖο τῆς νίκης καί τῆς σωτηρίας. Γιά μᾶς εἶναι τό σημάδι ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει μέτρο, δέν ἔχει ὅρια, εἶναι τόσο βαθιά ὅσο ᾿Εκεῖνος, ἀγκαλιάζει τά πάντα ὅπως ᾿Εκεῖνος καί εἶναι, ὄντως, ἡ νίκη της τόσο τραγική ὅπως καί ὁ Θεός μας εἶναι Θεός τραγικός καί νικητής μαζί, Αὐτός πού ἐμπνέει τό δέος ἀλλά καί ἀκτινοβολεῖ τό ἱλαρό φῶς πού ψάλλουμε στόν ῾Εσπερινό.

῎Ας ἑτοιμαστοῦμε λοιπόν γιά τό ἑπόμενο γεγονός πού εἶναι ἡ θέα τοῦ Σταυροῦ· ἄς Τόν κοιτάξουμε κι ἄς δοῦμε σ’ αὐτόν τό σημεῖο τῆς θείας ἀγάπης, μιά νέα βεβαιότητα γιά τό ἐφικτό τῆς σωτηρίας μας· κι ὅταν ὁ χορός θά ψάλλει -τούτη τή φορά πιό δυνατά- τόν Κανόνα τῆς ᾿Αναστάσεως, ἄς συνειδητοποιήσουμε ὅτι βῆμα πρός βῆμα ὁ Θεός μᾶς ὁδηγεῖ στή νίκη πού ᾿Εκεῖνος ἔχει κερδίσει, καί τήν ὁποία θέλει νά μοιραστεῖ μαζί μας.

Στή συνέχεια, θά προχωρήσουμε γιά νά ἀκούσουμε τόν ῞Αγιο ᾿Ιωάννη τῆς Κλίμακος, πού διδάσκει πῶς νά δεχτοῦμε τή χάρη πού προσφέρει ὁ Θεός, πῶς νά γίνουμε ἄξιοί Του. Καί στό ἑπόμενο σκαλοπάτι θά δοῦμε τή νίκη τοῦ Θεοῦ στό πρόσωπο τῆς ῾Οσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας καί θά φθάσουμε στό κατώφλι τῆς Μεγάλης ῾Εβδομάδος. ῎Ας μήν ξεχνᾶμε ὅτι τώρα εἴμαστε στήν περίοδο τῆς καινότητος, σέ μιά περίοδο πού μᾶς ἀποκαλύπτεται ἡ νίκη τοῦ Θεοῦ καί ἐμεῖς καλούμαστε νά τήν περιπτυχθοῦμε, νά ἀνταποκριθοῦμε μέ εὐγνωμοσύνη· μιά εὐγνωμοσύνη πού θά μᾶς κάνει νέους ἀνθρώπους, καί φυσικά χαρούμενους ἀνθρώπους. Καί ἡ χαρά μας θά εἶναι μιά χαρά πού προσφέρει τά δάκρυά μας ὡς ἀπάντηση στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, μιά χαρά πού ἀποτελεῖ τήν ὑπεύθυνη ἀνταπόκρισή μας στή θεία ἀγάπη.

*

Σέ κάθε Θεία Λειτουργία, ἰδιαίτερα ὅμως στίς περιόδους τῆς ἄσκησης καί τῆς περισυλλογῆς (ὅπως ἡ Σαρακοστή), πολλοί ἀπό μᾶς προσερχόμαστε στή Θεία Κοινωνία. Κι ὅμως, πολλές φορές οὔτε καταλαβαίνουμε βαθιά τί ἔχει συμβεῖ -δέν ἐννοῶ διανοητικά, ἀλλά μέ ὅλη τήν καρδιά καί τό εἶναι μας- οὔτε (ἀκόμα χειρότερα) φέρουμε τούς καρπούς πού θά ’πρεπε νά φέρουμε.

Δέν καταλαβαίνουμε πάντα ὅτι στή Θεία Κοινωνία γινόμαστε ἕνα μέ τόν Χριστό. Σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα πού μᾶς δίνει ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἡ θεότητα τοῦ Χριστοῦ καί ἡ καθαρή, τέλεια, ἀναμάρτητη ἀνθρωπότητά Του διεισδύουν μέσα μας κατά τόν ἴδιο τρόπο πού ἡ φωτιά εἰσχωρεῖ καί διαπερνᾶ ἕνα ξίφος πού πυρακτώθηκε μέσα σ’ ἕνα καμίνι. ᾿Από κρύο μέταλλο πού ἦταν, ὅταν τό βγάλουμε ἔξω εἶναι ὅλο φωτιά, σέ τέτοιο βαθμό πού μποροῦμε τώρα νά κάψουμε μέ τό σίδερο καί νά κόψουμε μέ τή φωτιά. Αὐτό συμβαίνει καί σ’ ἐμᾶς (ἔστω σπερματικά), ὅταν δεχόμαστε τή Θεία Κοινωνία. Γινόμαστε κοινωνοί τῆς ἀναμάρτητης, τέλειας καί καθαρῆς ἀνθρωπότητας τοῦ Χριστοῦ· καί αὐτή εἶναι ξέχειλη ἀπό τή θεία Του φύση καί οὐσία.

Αὐτό συμβαίνει κάθε φορά πού κοινωνοῦμε. Τό παίρνουμε εἴδηση; Μᾶς καταλαμβάνει ὄντως δέος; Δεχόμαστε τήν Κοινωνία μέ τήν αἴσθηση ὅτι ἔχουμε γίνει τώρα, μ’ ἕναν τρόπο ἄρρητο, σχεδόν ἀπίστευτο, ὅ,τι εἶναι ὁ Χριστός· ὄχι πλήρως, ὄχι σέ βαθμό τελειότητας, ἀλλά κατά ἕνα βαθμό πού συνεχῶς θά αὐξάνεται, ἄν συνεχίσουμε νά παραμένουμε πιστοί σ’ αὐτό πού μᾶς δίνεται; ᾿Αλλά ἄν ἔχουν πράγματι ἔτσι τά πράγματα, τότε τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου, κινούμενα ἀπό θεία ἔμπνευση, ἀποτελοῦν ταυτόχρονα καί μία προειδοποίηση· ὅταν λέει ὅτι ὅσοι ἔχουν βαπτιστεῖ στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι κοινωνοῦν, εἶναι τόσο ἑνωμένοι μαζί Του, ὥστε ὅ,τι κάνουν συμβαίνει καί στόν ἴδιο τόν Χριστό, τότε ὅταν ἁμαρτάνουμε μέ τά λόγια, τά ἔργα ἤ τίς σκέψεις μας, εἶναι σάν νά ὑποβάλλουμε ὄχι μόνο τόν ἑαυτό μας ἀλλά καί τόν Χριστό στή ντροπή τῆς ἀποτυχίας μας.

῎Αν ὄντως πιστεύουμε ὅτι μέ τή Θεία Κοινωνία ἑνωνόμαστε μέ τόν Χριστό μέ τόν τρόπο πού μᾶς τό περιέγραψε πιό πάνω ὁ ἅγιος Γρηγόριος, τότε, πῶς πρέπει νά προετοιμαζόμαστε γι’ αὐτό; Μέ πόσο δέος καί εὐλάβεια θά πρέπει νά προσερχόμαστε! ᾿Αλλά καί πῶς ἐκ τῶν προτέρων θά ἑτοιμάζουμε τόν ἑαυτό μας, ἐξετάζοντας τήν ψυχή μας, τή ζωή μας, τίς σχέσεις μας, καθετί πού μᾶς ἀφορᾶ, ὥστε νά ἀπορρίψουμε ὅ,τι δέν μπορεῖ νά ἑνωθεῖ μαζί Του καί νά ἐνισχύσουμε τό ἐλάχιστο ἴσως πού μπορεῖ νά προσληφθεῖ ἀπό Αὐτόν! Πῶς θά ἑτοιμάζουμε τόν ἑαυτό μας, ὥστε νά αὐξηθοῦμε ἐν Χριστῷ, ὥσπου σταδιακά νά φθάσουμε σ’ αὐτό πού ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει «μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ»!

᾿Αλλά καί ὅταν ἔχουμε λάβει τή Θεία Εὐχαριστία, πόσο προσεκτικά πρέπει νά πορευόμαστε, πόσο προσεκτικά νά βαδίζουμε στή ζωή μας, πόσο καθαρές πρέπει νά διατηροῦμε ὄχι μόνο τίς πράξεις μας, οἱ ὁποῖες ἀπορρέουν ἀπό αὐτό πού ἔχουμε μέσα μας, ἀλλά καί τίς σκέψεις μας· οἱ κινήσεις τῆς καρδιᾶς μας πόσο ἅγιες πρέπει νά γίνουν! ῞Ολα αὐτά δέν μποροῦν νά γίνουν μέ μία κίνηση τῆς βουλήσεως ἤ τῆς ἐπιθυμίας μας, ἀλλά μέσα ἀπό τή διαρκή προσπάθεια νά εἴμαστε ἄξιοι τοῦ γεγονότος ὅτι γίναμε Σῶμα Χριστοῦ, καθένας χωριστά, ἀλλά καί ὡς κοινότητα. Κι αὐτό εἶναι ἐπίσης κάτι πού δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε· κοινωνός τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ δέν γίνεται ὁ καθένας ἀτομικά, ὡς ἐάν ἦταν ἀποκομμένος ἀπό τούς ἄλλους. ῞Ολοι οἱ ἐν Χριστῷ εἶναι ἕνα, καί διδασκόμαστε ὅτι τό ὅλο σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ σαρκωμένη παρουσία Του σ’ αὐτόν τόν κόσμο· ἀτελής ναί, ἀλλά παρουσία. Δέν εἴμαστε φῶτα οὔτε ὁ καθένας μας ξεχωριστά οὔτε ὅλοι μαζί· μποροῦμε ὅμως νά γίνουμε μία φλογίτσα, πού ἴσως ἁπλά νά τρεμοπαίζει, ἀλλά ταυτόχρονα νά κάνει καί λιγότερο πηχτό τό σκοτάδι αὐτοῦ τοῦ κόσμου ἀκυρώνοντας τήν παντοδυναμία του.

῎Ας προετοιμαζόμαστε λοιπόν γιά τήν Εὐχαριστία, ἐρευνώντας τή ζωή μας ἀπό κάθε ἄποψη καί ἀπορρίπτοντας ὅλα ὅσα μόνο νά καοῦν μποροῦν μέσα στή φωτιά τοῦ Χριστοῦ. ῎Ας καλοδεχθοῦμε τόν ἐρχομό Του καί ἄς Τοῦ ἐπιτρέψουμε νά εἰσχωρήσει μέσα μας ὅπως ἡ φωτιά εἰσχωρεῖ στό σίδερο τῆς ψυχῆς, γιά τό ὁποῖο μιλᾶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος. Καί κατόπιν, ἐάν ἔχουμε ἔστω καί λίγο κατανοήσει τί μᾶς συμβαίνει, ἄς εἶναι ἡ ζωή μας μιά πράξη εὐγνωμοσύνης, μιά μαρτυρία ὅτι ὁ Κύριός μας δέν ἔζησε καί δέν πέθανε μάταια, ὅτι ἄξιζε νά δώσει τόν ἑαυτό Του γιά μᾶς, ἄξιζε νά ὑποστεῖ τήν ταπείνωση νά κάνει ἐμᾶς δοχεῖα τῆς παρουσίας Του σ’ αὐτόν τόν κόσμο. ῾Η εὐγνωμοσύνη θά ’πρεπε νά μᾶς παρακινήσει σέ μία ζωή περισσότερο ἄξια τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. ῎Ας στοχαστοῦμε πάνω σ’ αὐτά κατά τίς ἑβδομάδες πού ἔρχονται, πρίν ἀπό τή Μεγάλη ῾Εβδομάδα, ὥστε νά μποῦμε στήν περίοδο τῶν Παθῶν προετοιμασμένοι νά μοιραστοῦμε μαζί Του τόν δρόμο τοῦ Σταυροῦ· νά παραιτηθοῦμε ἀπό καθετί πού Τόν φόνευσε, Τόν ταπείνωσε, Τόν πρόδωσε, καί νά εἰσέλθουμε μαζί Του στήν αἰώνια ζωή!

 

ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΚΡίΣΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, πορεία ἀπό τό Τριώδιο στήν Ἀνάσταση

Ἐκδ. «Ἐν πλῷ»