Σταυρωθέντα καί ταφέντα

Ἁγίου ΚΥΡΙΛΛΟΥ Ἱεροσολύμων

(ἀποσπάσματα ἀπό τήν ΙΓ’ Κατήχηση) 

Α’. Εἶναι καύχημα τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας βέβαια τό καθετί πού ἔπραξε ὁ Ἰησοῦς, ἀλλά τό καύχημα τῶν καυχημάτων εἶναι ὁ Σταυρός Του. Τοῦτο ἀσφαλῶς γνωρίζοντας ὁ Παῦλος, λέει: «ὅσο γιά μένα, ἄς μή γίνει νά καυχηθῶ γιά τίποτε ἄλλο, παρά μόνο γιά τό Σταυρό τοῦ Κυρίου μας, Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6, 14). Ἦταν πραγματικά θαυμαστό πού ἀνέβλεψε ὁ ἐκ γενετῆς τυφλός στήν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ (πρβλ. Ἰωάν. 9, 7), ἀλλά τί εἶναι αὐτό μπροστά στήν ἀνάβλεψη τῶν πνευματικά τυφλῶν ὅλης τῆς οἰκουμένης; Θεωρεῖται μέγα θαῦμα καί ὑπερφυσικό πού ἀναστήθηκε ὁ Λάζαρος, ἐνῶ ἦταν τετραήμερος νεκρός, ἀλλά τότε ἡ χάρη τῆς Ἀναστάσεως σταμάτησε σ᾽ αὐτόν. Τί εἶναι ὅμως αὐτό μπροστά στήν ἀνάσταση τῶν νεκρωμένων ἀπό τήν ἁμαρτία, σέ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη; Εἶναι θαυμαστό πού ἀπό τούς πέντε ἄρτους πήγασε τροφή γιά πέντε χιλιάδες (πρβλ. Ματθ. 14, 21), ἀλλά τί εἶναι αὐτό μπρός στό ὅτι χόρτασε αὐτούς «πού πέθαιναν ἀπό πνευματική πείνα, ἐξαιτίας τῆς ἄγνοιάς τους, σέ ὅλα τά μέρη τῆς γῆς»; (Πρβλ. Ἀμ. 8, 11). Εἶναι θαυμαστό πού ἐλευθέρωσε τή γυναίκα ἐκείνη, τή δεμένη ἀπό τό Σατανά δεκαοχτώ χρόνια, ἀλλά τί εἶναι αὐτό μπροστά στήν ἐλευθερία πού ἔδωσε σέ ὅλους ἐμᾶς, τούς σφιχτοδεμένους μέ βαριές ἁλυσίδες ἁμαρτημάτων; (πρβλ. Παρμ. 5, 22). Αὐτό λοιπόν, τό ὁλόφωτο στεφάνι τῆς δόξας τοῦ Σταυροῦ, ἀφενός φώτισε τούς τυφλωμένους ἀπό τήν ἀγνωσία καί ἀφετέρου ἐλευθέρωσε τούς δέσμιους τῆς ἁμαρτίας καί δυναμικά λύτρωσε ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅλων τῶν αἰώνων1.

Β’. Καί μή σοῦ φαίνεται παράξενο σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά δυσπιστεῖς, ἄν πραγματικά ἔδωσε τή λύτρωση δυναμικά σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν αἰώνων. Διότι δέν ἦταν ἄνθρωπος ἁπλός αὐτός πού πέθανε γιά μᾶς, ἀλλά ὁ «Υἱός τοῦ Θεοῦ» ὁ Μονογενής. Καί μπόρεσε βέβαια ἡ ἁμαρτία ἑνός ἄνδρα, τοῦ Ἀδάμ, νά κάνει θνητούς ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅλων τῶν αἰώνων. Ἀλλά, ἄν μέ τό παράπτωμα τοῦ ἑνός βασίλευσε ὁ θάνατος στόν κόσμο, πῶς, πολύ περισσότερο, δέν θά βασιλεύσει ἡ ζωή μέ τή δικαιοσύνη τοῦ Ἑνός; (Πρβλ. Ρωμ. 5, 17). Καί ἄν τότε, ἐπειδή ἔφαγαν ἀπό τό «ξύλο τῆς ζωῆς» οἱ Πρωτόπλαστοι διώχτηκαν ἀπό τόν Παράδεισο (πρβλ. Γέν. 3, 24), ἄραγε τώρα, χάρη στό ξύλο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Ἰησοῦ, δέν θά μποῦν εὐκολότερα μέσα στόν Παράδεισο ὅσοι πιστέψουν; Ἄν ἐκεῖνος πού πρῶτος πλάστηκε ἀπό τό χῶμα τῆς γῆς ἐπέφερε οἰκουμενικό θάνατο, ἄραγε δέν θά φέρει ζωή αἰώνια «Ἐκεῖνος πού τόν ἔπλασε ἀπό τή γῆ» (Γέν. 2, 7), ἀφοῦ Αὐτός εἶναι ἡ Ζωή; (πρβλ. Ἰωάν. 14, 6). Ἄν ὁ Φινεές, δείχνοντας ζῆλο καί φονεύοντας τόν αἰσχροποιό ἐκεῖνον, κατέπαυσε τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς ‒ ὄχι μέ τό φόνο κάποιου ἄλλου, ἀλλά μέ τό νά θυσιάσει τόν ἑαυτό Του ὡς ἀντίλυτρο ‒ δέν μπορεῖ νά ἐξαλείψει τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους;2

Γ’. Νά μή ντρεπόμαστε λοιπόν γιά τό Σταυρό τοῦ Σωτήρα μας, ἀλλά μᾶλλον νά καυχώμαστε. Εἶναι βέβαια ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ γιά τούς Ἰουδαίους σκάνδαλο, γιά τούς εἰδωλολάτρες ἀνοησία (πρβλ. Α’ Κορ. 1, 18. 23), ἀλλά γιά μᾶς εἶναι σωτηρία. Πραγματικά, «γιά ὅσους βαδίζουν τό δρόμο τῆς σωτηρίας εἶναι δύναμη Θεοῦ» (Α’ Κορ. 1, 18). Διότι δέ ἦταν ἁπλός ἄνθρωπος αὐτός πού πέθανε γιά μᾶς, ὅπως εἴπαμε, ἀλλά Υἱός Θεοῦ, Θεός πού ἐνανθρώπησε. Ἔπειτα, ἄν τό πρόβατο, τήν ἐποχή τοῦ Μωυσῆ, ἔδιωχνε μακριά τόν ἐξολοθρευτή ἄγγελο (πρβλ. Ἔξ. 12, 23), «ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, πού σηκώνει πάνω Του τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου» (πρβλ. Ἰωάν. 1, 29), πολύ περισσότερο, δέν θά ἐλευθέρωνε τόν ἄνθρωπο ἀπό τίς ἁμαρτίες; Καί ἄν τό αἷμα ἑνός ἄλογου ζώου, ὅπως τόν πρόβατο, παρεῖχε τή σωτηρία, τό Αἷμα τοῦ Μονο γενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ δέν σώζει πολύ περισσότερο; Ἄν κάποιος δέν πιστεύει στή δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἄς πιστεύει στά ὁλοφάνερα γεγονότα. Γιατί πολλοί σέ ὁλό κληρη τήν οἰκουμένη σταυρώθηκαν, ἀλλά κανένα δέν τρέμουν οἱ δαίμονες. Τοῦ Χριστοῦ ὅμως, πού σταυρώθηκε γιά μᾶς, καί μόνο τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ νά δοῦν, τρέμουν οἱ δαίμονες3, ἐπειδή οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι πέθαναν στό σταυρό ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους, ὁ Χριστός ὅμως πέθανε γιά τίς ξένες ἁμαρτίες. «Διότι δέν ἁμάρτησε, οὔτε βρέθηκε δόλος στό στόμα Του» (Α’ Πέτρ. 2, 22. πρβλ. Ἡσ. 53, 9).

Καί δέν εἶναι μόνο ὁ Πέτρος πού τό λέει αὐτό ‒ γιατί θά μποροῦσε κανείς νά ὑποπτευθεῖ ὅτι χαρίζεται στό δάσκαλό του καί τό λέει ‒ ἀλλά τό εἶπε καί ὁ Ἡσαΐας, πού μπορεῖ νά μήν ἔζησε τήν ἐποχή τοῦ Ἰησοῦ μέ τό σῶμα, ἀλλά μέ τό πνεῦμα προεῖδε τήν ἔνσαρκη παρουσία Του. Καί γιατί φέρνω τώρα μάρτυρα μόνο τόν Προφήτη; Πάρε μάρτυρα τόν Πιλάτο, αὐτόν πού Τόν καταδίκασε καί εἶπε: «Δέν βρίσκω τίποτα τό κακό στόν ἄνθρωπο Αὐτόν» (Λουκ. 23, 14). Παραδίνοντας δέ Αὐτόν προδομένο καί νίπτοντας τά χέρια του εἶπε: «Εἶμαι ἀθῶος ἀπό τό αἷμα τοῦ δικαίου τούτου» (Ματθ. 27, 24). Ἀλλά ὑπάρχει κι ἄλλος μάρτυρας τῆς ἀναμαρτησίας τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ πρωτοστάτης τοῦ Παραδείσου, ὁ ληστής, πού κατηγορεῖ τόν ἄλλο ληστή καί τοῦ λέει: «Ἐμεῖς ἀπολαμβάνουμε ἄξια ὅσων πράξαμε, αὐτός ὅμως δέν ἔκανε κανένα κακό» (Λουκ. 23, 41). Καί αὐτό τό γνωρίζουμε γιατί καί σύ καί ἐγώ ἤμασταν παρόντες στή δίκη Του.

Δ’. Ἔπαθε λοιπόν, στ᾽ ἀλήθεια, ὁ Ἰησοῦς γιά χάρη τῶν ἀνθρώπων. Διότι δέν εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, διαφορετικά θά ἦταν φαντασία καί ἡ λύτρωση. Δέν εἶναι φαντασία ὁ θάνατος, ἀλλοιῶς θά ἦταν μύθος καί ἡ σωτηρία. Ἄν ἦταν φαντασία ὁ θάνατος, θά εἶχαν δίκιο αὐτοί πού εἶπαν: «Θυμηθήκαμε ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος ἔλεγε, ἐνῶ ζοῦσε ἀκόμη, μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες θά ἀναστηθῶ» (Ματθ. 27, 63). Εἶναι λοιπόν τό Πάθος τοῦ Κυρίου ἀληθές, διότι ἀληθινά σταυρώθηκε καί δέν ντρεπόμαστε γι᾽ αὐτό. Σταυρώθηκε καί δέν τό ἀρνούμαστε, ἀλλά μᾶλλον ἐγώ καυχῶμαι καί σᾶς λέω: Ἀκόμη καί νά ἤθελα νά τό ἀρνηθῶ, μέ ἐλέγχει αὐτός ἐδῶ ὁ Γολγοθάς, πλησίον τοῦ ὁποίου παρευρισκόμαστε ὅλοι τώρα. Μέ ἐλέγχει τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ, τό ὁποῖο λίγο-λίγο ἀπό ἐδῶ διαμοιράστηκε σ᾽ ὅλη τήν οἰκουμένη4. Ὁμολογῶ τό Σταυρό ἐπειδή γνωρίζω τήν Ἀνάσταση. Διότι, ἄν ἀπέμενε μόνο Ἐσταυρωμένος ὁ Κύριος, χωρίς νά ἀναστηθεῖ, μπορεῖ νά μήν ὁμολογοῦσα. Θά τό ἔκρυβα ἴσως μαζί μέ τό δάσκαλό μου. Τώρα ὅμως πού διαδέχτηκε τό Σταυρό ἡ Ἀνάσταση, δέν ντρέπομαι νά τά διηγοῦμαι ὅλα αὐτά5.

Ε’. Ἔχοντας λοιπόν ὅμοια μέ ὅλους μας ἀνθρώπινη φύση καί ὑπόσταση, σταυρώθηκε, ἀλλά ὄχι βέβαια γιατί εἶχε ὅπως ἐμεῖς ἁμαρτίες. Διότι δέν ὁδηγήθηκε στό θάνατο ἀπό φιλοχρηματία, ἀφοῦ ἦταν δάσκαλος τῆς ἀκτημοσύνης. Οὔτε καταδι κάστηκε ἐξαιτίας τῆς φιληδονίας, ἀφοῦ εἶναι Ἐκεῖνος πού λέει σαφῶς ὅτι «ὅποιος κοιτάξει γυναίκα μέ ἐπιθυμία φιλήδονη, ἤδη ἔχει πέσει στό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας μέ αὐτήν» (Ματθ. 5, 28). Οὔτε πάλι ἀπό ἀπερίσκεπτη ὁρμή χτύπησε κάποιον ἤ τόν πλήγωσε, διότι ἔστρεφε καί τό ἄλλο μάγουλο σ᾽ ὅποιον τόν χτυποῦσε (πρβλ. Ματθ. 5, 39. 26, 67). Οὔτε καταφρόνησε τό Νόμο, διότι Αὐτός ἦταν πού ὁλοκλήρωσε τό Νόμο. Οὔτε τούς Προφῆτες ὀνείδισε, γιατί Αὐτός εἶναι Ἐκεῖνος, γιά τόν Ὁποῖο κατά καιρούς προφήτευαν οἱ Προφῆτες. Οὔτε ἀρνήθηκε νά δώσει τό μισθό κανενός, διότι ἀμισθεί καί δωρεάν θεράπευε τούς πάντες. Δέν ἁμάρτησε οὔτε μέ λόγια, οὔτε μέ λογισμούς. «Αὐτός πού δέν ἔπεσε σέ καμιά ἁμαρτία, οὔτε βρέθηκε δόλος στό στόμα Του, πού, ἐνῶ χλευαζόταν καί ὀνειδιζόταν, δέν χλεύαζε οὔτε ὀνείδιζε κανέναν καί ἐνῶ ἔπασχε ἄδικα, δέν ἀπειλοῦσε κανέναν» (Α’ Πέτρ. 2, 22-23), Αὐτός πού ἦρθε πρός τό Πάθος, ὄχι ἀκούσια, ἀλλά ἑκούσια6. Αὐτός ἀκόμα καί τώρα, ἄν κάποιος προσπαθοῦσε νά Τόν πείσει νά ἀλλάξει τρόπο ζωῆς καί τοῦ ἔλεγε, «ὁ Θεός νά σέ φυλάξει, Κύριε, ἀπ᾽ ὅλα τοῦτα τά φοβερά» (Ματθ. 16, 22), πάλι θά ἀπαντοῦσε σ᾽ αὐτόν, «πήγαινε πίσω μου, Σατανά» (Ματθ. 16, 23).

ΣΤ’. Θέλεις ὅμως νά πεισθεῖς ὅτι ἦρθε πρός τό πάθος ἑκούσια; Νά, οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι πού δέν γνωρίζουν τό θάνατό τους, πεθαίνουν χωρίς τή θέλησή τους. Αὐτός ὅμως προέλεγε γιά τό Πάθος Του: «Δές παραδίνεται ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου γιά νά σταυρωθεῖ» (Ματθ. 26, 2). Καί ξέρεις πολύ καλά γιατί δέν ἀπέφυγε τό θάνατο ὁ Φιλάνθρωπος. Γιά νά μή χαθεῖ ὅλος ὁ κόσμος μέσα στίς ἁμαρτίες. «Δές, ἀνεβαίνουμε στά Ἱεροσόλυμα καί θά παραδοθεῖ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ματθ. 20, 18), «καί θά σταυρωθεῖ» (πρβλ. Ματθ. 20, 19). Καί πάλι: «Ἔστρεψε τό πρόσωπό Του καί προσήλωσε τό βλέμμα Του, μέ ἀπόφαση νά πορευθεῖ στά Ἱεροσόλυμα» (Λουκ. 9, 51). Θέλεις ἀκόμα νά μάθεις σαφῶς ὅτι ὁ Σταυρός εἶναι δόξα γιά τόν Ἰησοῦ; Ἄκουσε Αὐτόν τόν Ἴδιο πού μιλάει καί ὄχι ἐμένα. Τόν πρόδωσε ὁ Ἰούδας, δείχνοντας ἔτσι τήν ἀγνωμοσύνη του πρός τόν οἰκοδεσπότη. Αὐτός λοιπόν ὁ προδότης, ἀφοῦ βγῆκε ἔξω ἀπό τό Δεῖπνο, εὐθύς ἀμέσως ‒ ἐνῶ εἶχε πιεῖ τό ποτήρι τῆς εὐλογίας ἀντί γιά τό πόμα τῆς σωτηρίας πού τοῦ ἔδωσε ‒ ἐπιθυμοῦσε νά χύσει τό δίκαιο Αἷμα τοῦ Κυρίου. «Αὐτός πού τόν εἶχε ὁμοτράπεζό Του καί ἔτρωγε τόν ἄρτο Του ὕψωσε πολύ ψηλά τή φτέρνα του καί τόν κλώτσησε, σάν ἀτίθασο καί ἀχάριστο ζῶο» (πρβλ. Ψαλμ. 40, 10). Μόλις πού εἶχαν δεχτεῖ τά χέρια του τίς εὐλογίες καί πάραυτα, χάρη τῶν χρημάτων, προμελετοῦσε προδο τικό θάνατο. Καί ἐνῶ ἐλέγχθηκε καί ἄκουσε τό «σύ τό εἶπες μόνος σου» (Ματθ. 26, 25), πάλι βγῆκε ἔξω γιά νά Τόν προδώσει. Ἔπειτα ἔλεγε ὁ Ἰησοῦς: «Ἔχει φτάσει ἡ ὥρα, γιά νά δοξαστεῖ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰωάν. 12, 23). Βλέπεις ὅτι θεωρεῖ δόξα δική Του τό Σταυρό; Ἀλλά καί τό ἄλλο: Ὁ Ἡσαΐας, ἐνῶ τόν πριόνισαν, δέν ντρέπεται, καί ὁ Χριστός πού πεθαίνει γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος, θά τό θεωρήσει ντροπή; «Τώρα πιά δοξάστηκε ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰωάν. 13, 31). Ὄχι, ὅτι προηγουμένως δέν εἶχε δόξα, διότι ἦταν δοξασμένος μέ τή δόξα πού εἶχε πρό κατά βολῆς κόσμου (πρβλ. Ἰωάν. 17, 5. 24). Ἦταν δοξασμένος πάντοτε ὡς Θεός, τώρα ὅμως δοξαζόταν ἐπειδή φόρεσε τό στεφάνι τῆς ὑπομονῆς. Δέν ἄφησε τή ζωή αὐτή ἀναγκαστικά, δέν θυσιάστηκε χωρίς νά τό θέλει, ἀλλά ἑκούσια. Ἄκου τί λέει: «Ἔχω ἐξουσία νά θυσιάσω τήν ψυχή μου καί ἔχω ἐξουσία νά τήν πάρω πάλι» (Ἰωάν. 10, 18). Ἐπειδή θέλω, συγχωρῶ τούς ἐχθρούς μου. Ἐάν δέν ἤθελα, δέν θά γινόταν ἡ θυσία. Ἦλθε ἑπομένως μέ τήν προαίρεσή Του πρός τό Πάθος, ὄντας χαρούμενος γιά τήν πράξη Του αὐτή, μειδιώντας γιά τό στεφάνι τῆς δόξας, πλήρης χαρᾶς γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, χωρίς νά ντρέπεται γιά τό Σταυρό, διότι ἔσωζε τήν οἰκουμένη. Δέν ἦταν ὁ πάσχων τιποτένιος ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεός πού ἐνανθρώπησε καί ἀγωνίστηκε στό ἄθλημα τῆς ὑπομονῆς7. (…)

Κ’. Τή σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ προφητικά προτύπωσε ὁ Μωυσῆς, τότε πού κρέμασε στό ξύλο τό χάλκινο φίδι, ὥστε ὅποιος δαγκωνόταν ἀπό τό ζωντανό φίδι (πού καί αὐτό προτύπωνε τήν ἁμαρτία καί τό θάνατο ἀπό τήν ἁμαρτία) προσβλέποντας στό χάλκινο φίδι, νά σωθεῖ, δίνοντας ἔτσι τή σχετική πίστη του στόν Θεό καί στόν Προφήτη Του (πρβλ. Ἀριθ. 21, 9). Ἔπειτα τό χάλκινο φίδι σταυρωμένο σώζει καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός πού ἔγινε καί ἄνθρωπος, Σταυρωμένος δέν μπορεῖ νά σώζει; Ἀπό παλιά μέχρι σήμερα, ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου λειτουργήθηκε καί προστατεύθηκε σέ σχέση μέ τό ξύλο. Στήν ἐποχή τοῦ Νῶε, ὡς γνωστό, μέ τήν ξύλινη κιβωτό σώθηκε ἡ ζωή τῶν δίκαιων ἀνθρώπων. Ἡ θάλασσα πάλι τήν ἐποχή τοῦ Μωυσῆ, μόλις εἶδε τήν ξύλινη ράβδο, πού καί αὐτή προτύπωνε τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, φοβήθηκε αὐτόν πού τήν ἄγγιξε. Λοιπόν, τό ραβδί τοῦ Μωυσῆ ἔχει δύναμη, καί ὁ Σταυρός τοῦ Σωτήρα ἀδυνατεῖ; Ἀλλά ἀφήνω ὅσα πολλά ἄλλα θά μποροῦσα νά ἀναφέρω γιά τήν προτύπωση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου στήν Παλαιά Διαθήκη, γιά νά μή μακρύνω τό λόγο, καί περιορίζομαι νά σᾶς θυμίσω ὅτι τό ξύλο τότε ἐπί Μωυσῆ γλύκανε τό νερό (πρβλ. Ἔξ. 15, 25) καί «ὅτι ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἰησοῦ τό νερό ἔρευσε πάνω στό ξύλο» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 34).

ΚΑ’. Τά πρῶτα καταπληκτικά καί ἀξιοθαύμαστα γεγονότα πού ὁ Θεός ἔκανε μέ τή μεσολάβηση τοῦ Μωυσῆ, σχετίζονται μέ τό αἷμα καί τό νερό. Καί τό τελευταῖο ἀπό τά θαύματα πού ὁ Ἰησοῦς ἔκανε, σχετίζεται καί αὐτό μέ τό αἷμα καί τό νερό. Στό πρῶτο του θαῦμα ὁ Μωυσῆς «μετέβαλε τόν ποταμό σέ αἷμα» (πρβλ. Ἔξ. 7, 20) καί ὁ Ἰησοῦς στό τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του ἔκανε νά ξεχυθεῖ ἀπό τήν πλευρά Του νερό καί αἷμα μαζί. Ἴσως ἔγινε αὐτό γιά ἐκεῖνες τίς δύο φωνές, τοῦ κριτῆ πού Τόν δίκαζε καί τοῦ λαοῦ πού κραύγαζε ἐναντίον Του. Ἤ καλύτερα γιά τούς πιστούς καί τούς ἄπιστους. Διότι, στ᾽ ἀλήθεια, ὁ Πιλάτος ἔλεγε: «Εἶμαι ἀθῶος καί μέ νερό ἔνιψε τά χέρια του» (πρβλ. Ματθ. 27, 24). Καί ὁ λαός, πού ἀπαιτοῦσε τήν καταδίκη Του, κραύγαζε καί ἔλεγε: «Τό αἷμα Του ἄς πέσει πάνω μας» (Ματθ. 27, 25). Καί τά δύο λοιπόν ἀνέβλυσαν ἀπό τήν πλευρά Του. Τό νερό ἴσως γιά τόν κριτή Του καί τό αἷμα γιά τό λαό πού κραύγαζε. Ἀλλά καί διαφορετικά μποροῦμε νά τό ἐννοήσουμε. Στούς Ἰουδαίους ἀναφέρεται τό αἷμα, στούς χριστιανούς τό νερό. Καί σ᾽ ἐκείνους βέβαια ὡς ἐχθρούς καί πονηρούς καί φονευτές τοῦ Χριστοῦ, θά ἐπέλθει ἡ σωτηρία μέ τό νερό τοῦ Βαπτίσματος. Δέν ἔχει γίνει τίποτα τυχαῖο. Οἱ ἑρμηνευτές ὅμως Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἔδωσαν καί ἄλλη ἐξήγηση γιά τό θέμα αὐτό. Γιατί, σύμφωνα μέ ὅσα σχετικά μᾶς ἀποκαλύπτονται στά ἱερά Εὐαγγέλια, μέ δύο μόνο τρόπους μποροῦμε σίγουρα νά πάρουμε τή Χάρη τοῦ σωτηριώδους Βαπτίσματος. Ὁ πρῶτος εἶναι αὐτός μέ τόν ὁποῖο παρέχεται καί σέ σᾶς τούς Φωτιζόμενους, δηλαδή μέ τό βαπτισματικό νερό. Καί ὁ δεύτερος εἶναι ὁ τρόπος πού στόν καιρό τῶν διωγμῶν οἱ ἅγιοι Μάρτυρες βαπτίζονται μέσα στό ἴδιο τό αἷμα τους. Βγῆκε λοιπόν ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἰησοῦ αἷμα καί νερό (πρβλ. Ἰωάν. 19, 34). Διότι Αὐτόν τόν Ἴδιο Χριστό ὁμολογοῦμε ὡς Σωτήρα μας καί μέ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως πού κάναμε πρίν ἀπό τό Βάπτισμα καί μέ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως πού κάνουμε πρίν ἀπό τό μαρτύριο. Ὑπάρχει καί ἄλλος λόγος γιά τόν ὁποῖο λογχεύθηκε ἡ πλευρά τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ γυναίκα πού πλάστηκε ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἀδάμ ἁμάρτησε πρώτη καί προκάλεσε καί τόν ἄνδρα νά ἁμαρτήσει. Καί ὁ Ἰησοῦς ἦλθε μέν γιά νά χαρίσει τή συγχώρεση καί στούς ἄνδρες καί στίς γυναῖκες, ἀλλά λογχεύθηκε στήν πλευρά Του, εἰδικότερα χάρη τῶν γυναικῶν8, γιά νά ἐξαλείψει αὐτή τήν ἰδιαίτερη ἐνοχή τους.

ΚΒ’. Ἀλλά ἄν ἤθελε κάποιος νά ἑρευνήσει περισσότερο, θά ἔβρισκε καί ἄλλους λόγους, γιά τούς ὁποίους λογχεύθηκε ὁ Ἰησοῦς στήν πλευρά. Ἄς ἀρκεστοῦμε ὅμως σέ ὅσα εἴπαμε, ἐπειδή εἶναι περιορισμένος ὁ χρόνος καί γιά νά μή σᾶς γίνει ὀχληρή καί δυσάρεστη ἡ ἀκρόαση. Ἄν καί δέν εἶναι δυνατόν ποτέ κανείς νά ἀποκάμει ἀκούοντας νά λέγονται τά σχετικά μέ τή δόξα τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ καί μάλιστα ἐδῶ, στόν Πανάγιο τοῦτο Γολγοθά. Διότι ἄλλοι ἀκοῦνε μόνο, ἐμεῖς ὅμως τά βλέπουμε καί τά ψηλαφοῦμε ὅλα αὐτά. Ἄς μήν κουραστεῖ κανείς λοιπόν. Πάρε τά ὅπλα καί ἔλα ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, γιά νά ὑπερασπιστεῖς αὐτόν ἐδῶ τό Σταυρό. Στῆσε ὡς τρόπαιο τήν πίστη στό Σταυρό ἐναντίον αὐτῶν πού ἀντιλένε. Ὅταν, στ᾽ ἀλήθεια, πρόκειται νά συζητήσεις μέ τούς ἀπίστους γιά τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, σχημάτισε μέ τό χέρι σου, πρίν ἀρχίσεις, πρός τό μέρος πού εἶναι αὐτοί τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καί θά ἀποστομωθεῖ ὅποιος ἀντιλέγει. Μή ντραπεῖς νά ὁμολογεῖς τό Σταυρό. Διότι Ἄγγελοι καυχῶνται γιά τό Σταυρό τοῦ Κυρίου, λέγοντας: Ξέρουμε τί ζητᾶτε, Ἰησοῦ τόν Ἐσταυρωμένο (Ματθ. 28, 5). Ἄραγε, Ἄγγελε, δέν μπορεῖς νά πεῖς, ξέρω ποιόν ζητᾶτε, ζητᾶτε τόν δικό μου Δεσπότη; Ἀλλά ἐγώ, λέει μέ παρρησία, ξέρω, ζητᾶτε τόν Ἐσταυρωμένο. Τό εἶπε, διότι εἶναι δόξα ὁ Σταυρός, δέν εἶναι ἀτιμία9.

ΚΓ’. Ἐμεῖς ὅμως ἄς ἐπανέλθουμε στό θέμα τῶν προφητικῶν ἀποδείξεων πού μοῦ ζητήσατε. Σταυρώθηκε ὁ Κύριος, ἔχεις ἀκούσει ὅλες τίς μαρτυρίες. Βλέπεις τόν τόπο τοῦ Γολγοθᾶ. Συμφωνεῖς καί τό ἐπικροτεῖς ἐπαι νετικά καί δοξολογικά. Πρόσεξε μήπως καμιά φορά, σέ περίοδο διωγμοῦ, Τόν ἀπαρνηθεῖς. Νά μήν εὐφραίνεσαι μόνο σέ περίοδο εἰρήνης γιά τό Σταυρό, ἀλλά καί σέ καιρό διωγμοῦ νά ἔχεις τήν ἴδια πίστη. Νά μήν εἶσαι φίλος τοῦ Ἰησοῦ τόν καιρό τῆς εἰρήνης καί τόν καιρό τοῦ πολέμου νά γίνεσαι ἐχθρός. Παίρνεις τώρα ἄφεση τῶν ἁμαρτη μάτων σου καί πνευματική δωρεά τά χαρίσματα τοῦ Βασιλιᾶ. Ὅταν ἔλθει ὁ πόλεμος, πολέμησε γενναῖα γιά τό Βασιλιά σου. Ὁ Ἰησοῦς σταυρώθηκε γιά σένα, ὁ ἀναμάρτητος. Καί σύ ὁ ἁμαρτωλός δέν θά σταυρωθεῖς γιά Ἐκεῖνον πού σταυρώθηκε γιά σένα καί τίς ἁμαρτίες σου; Δέν πρόκειται νά Τοῦ κάνεις χάρη. Τοῦ τό χρωστᾶς10. Θά δώσεις αὐτό πού ἔχεις πάρει πιό μπροστά. Ὅταν θά σταυρωθεῖς γιά χάρη Ἐκείνου, εἶναι σάν νά ὁμολογεῖς ὅτι Ἐκεῖνος γιά χάρη σου σταυρώθηκε στό Γολγοθά. (…)

ΛΖ’. Καί ἄν ποτέ τύχεις σέ συζήτηση καί δέν ἔχεις ἐπιχειρήματα, ἄς μένει ἡ πίστη μέσα σου ἀκλόνητη καί ἀμετακίνητη. Καλύτερα ὅμως εἶναι νά προσπαθήσεις νά γίνεις πολυμαθής, ὥστε νά ἀποστομώνεις τούς Ἰουδαίους μέ τίς ρήσεις τῶν Προφητῶν καί τούς Ἕλληνες μέ τίς μυθολογίες τους. Αὐτοί οἱ Ἕλληνες προσκυνοῦν ἀκόμη καί τούς κεραυνόπληκτους, πού εἶναι φυσικό νά ἔχουν μείνει ἐκστασιασμένοι. Ὁ κεραυνός ὅμως, ὅταν πέφτει ἀπό τόν οὐρανό, δέν πέφτει τυχαῖα καί ἀδιάκριτα. Ἄν αὐτοί δέν ντρέπονται νά προσκυνοῦν τούς θεομίσητους κεραυνόπληκτους ἀνθρώπους, ἐσύ ντρέπεσαι νά προσκυνᾶς τόν προσφιλή στόν Θεό Υἱό Του, πού σταυρώθηκε γιά σένα; Ντρέπομαι νά φέρω στή συζήτηση τά ἀναφερόμενα στούς λεγόμενους θεούς τῶν Ἑλλήνων καί τά παραλείπω γιά τήν ὥρα. Αὐτοί ὅμως πού κατέχουν αὐτά τά πράγματα, ἄς τά λένε. Καί ἄς κλείσουν τό στόμα τους ὅλοι οἱ αἱρετικοί. Ἄν κάποιος σοῦ πεῖ ὅτι εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, περιφρόνησέ τον. Καταφρόνησε αὐτούς πού λένε ὅτι κατά φαντασία σταυρώθηκε, διότι ἄν κατά φαντασία σταυρώθηκε ‒ καί ὅπως ξέρουμε ἡ σωτηρία προῆλθε ἀπό τό Σταυρό ‒ ἄρα καί ἡ σωτηρία μας εἶναι φαντασία. Ἄν εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, εἶναι φαντασία καί ἡ Ἀνάσταση. Ἄν ὁ Χριστός ὅμως δέν ἔχει ἀναστηθεῖ, ἀκόμη βρισκόμαστε μέσα στίς ἁμαρτίες μας (πρβλ. Α’ Κορ. 15, 17). Ἄν εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, φαντασία εἶναι καί ἡ Ἀνάληψη. Καί ἄν εἶναι φαντασία ἡ Ἀνάληψη, εἶναι φαντασία καί ἡ Δευτέρα Παρουσία Του καί ὅλα, σέ τελευταία ἀνάλυση, εἶναι ἐξωπραγματικά καί παραμυθένια.

ΛΗ’. Νά παίρνεις λοιπόν πρῶτο καί ἀδιάσειστο θεμέλιο τό Σταυρό καί ἐκεῖ ἐπάνω νά οἰκοδομεῖς τά ὑπόλοιπα τῆς πίστεως. Μήν ἀρνηθεῖς τόν Ἐσταυρωμένο. Ἄν Τόν ἀρνηθεῖς, ἔχεις πολλούς πού θά σέ ἐλέγξουν γι᾽ αὐτό. Πρῶτος θά σέ ἐλέγξει ὁ Ἰούδας ὁ προδότης. Διότι αὐτός πού Τόν πρόδωσε ἤξερε ὅτι ἀπό τούς ἀρχιερεῖς καί πρεσβυτέρους καταδικά στηκε σέ θάνατο (πρβλ. Ματθ. 27, 3). Τό μαρτυροῦν τά τριάντα ἀργύρια (πρβλ. Ματθ. 26, 15). Τό μαρτυρεῖ ἡ Γεθσημανή, ὅπου ἔγινε ἡ προδοσία. Γιά νά μήν ἀναφέρω τό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ὅπου ὅλοι παρόντες προσεύχονταν τή νύχτα. Τό μαρτυρεῖ ἡ σελήνη τῆς νύχτας. Τό μαρτυρεῖ ἡ ἡμέρα καί ὁ ἥλιος πού χάθηκε (πρβλ. Λουκ. 23, 44), διότι δέν μποροῦσε νά βλέπει τήν παρανομία τῶν ἐχθρῶν τοῦ Κυρίου. Σέ ἐλέγχει ἡ φωτιά, ὅπου παρευρέθηκε καί θερμαινόταν ὁ Πέτρος. Ἄν ἀρνηθεῖς τό Σταυρό, σέ περιμένει ἡ αἰώνια φωτιά. Μιλάω σκληρά, γιά νά μήν ἐπιχειρήσεις ἐσύ νά σκληρυνθεῖς. Θυμήσου τά μαχαίρια πού ἔφεραν ἐναντίον Του στή Γεθσημανή (πρβλ. Ἰωάν. 18, 3), γιά νά μή δοκιμασθεῖς ἀπό τήν αἰώνια ρομφαία. Θά σέ ἐλέγξει τό σπίτι τοῦ Καϊάφα, πού μέ τήν ἐρημιά πού τό δέρνει δείχνει τή δύναμη πού εἶχε ὁ τότε δικαζόμενος ἐκεῖ. Ὁ ἴδιος ὁ Καϊάφας, τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, θά σοῦ φέρει σθεναρές ἀντιρρήσεις. Θά σοῦ ἐναντιωθεῖ καί ὁ δοῦλος πού ἔδωσε τό ράπισμα στόν Ἰησοῦ (πρβλ. Ἰωάν. 18, 22) καί αὐτοί πού τόν ἔδεσαν καί τόν ἔφεραν στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Θά σοῦ ἐναντιωθοῦν καί ὁ Ἡρώδης καί ὁ Πιλάτος καί κάπως ἔτσι θά σοῦ μιλήσουν: Τί ἀρνεῖσαι Αὐτόν πού συκοφαντήθηκε ἀπό τούς Ἰουδαίους μπροστά σας, γιά τόν Ὁποῖο ξέρουμε ὅτι δέν ἁμάρτησε σέ τίποτα; (πρβλ. Λουκ. 23, 14-15). Διότι καί ἐγώ ὁ Πιλάτος «ἔνιψα τότε τά χέρια μου» (πρβλ. Ματθ. 27, 24). Θά σοῦ ἐναντιωθοῦν οἱ ψευδομάρτυρες καί οἱ στρατιῶτες πού Τοῦ φόρεσαν «τό κόκκινο ἔνδυμα καί τό ἀκάνθινο στεφάνι, Τόν σταύρωσαν στό Γολγοθά» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 2. 17) καί γιά «τόν χιτώνα Του ἔβαλαν κλῆρο» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 24). Θά σέ ἐλέγξει ὁ Σίμων ὁ Κυρηναῖος πού σήκωνε τό Σταυρό πίσω ἀπό τόν Ἰησοῦ (πρβλ. Λουκ. 23, 26).

ΛΘ’. Θά σέ ἐλέγξει ἀπό τά ἀστέρια ὁ ἥλιος πού χάθηκε. Καί ἀπό τῆς γῆς τά πράγματα, τό κρασί τό ἀρωματισμένο μέ σμύρνα. Ἀπό τά καλαμοειδή τό καλάμι, ἀπό τά βότανα ὁ ὕσσωπος, ἀπό τά θαλάσσια τό σφουγγάρι, ἀπό τά δέντρα τό ξύλο ἀπ᾽ ὅπου ἔγινε ὁ Σταυρός. Οἱ στρατιῶτες, ὅπως εἴπαμε, πού Τόν σταύρωσαν καί ἔβαλαν κλῆρο γιά τά ἱμάτιά Του, ὁ στρατιώτης πού μέ τή λόγχη ἄνοιξε τήν πλευρά Του, οἱ γυναῖκες πού ἦταν τότε παροῦσες (πρβλ. Ματθ. 27, 55), τό καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ πού σχίστηκε τότε σέ δυό κομμάτια (πρβλ. Ματθ. 27, 51). Τό πραιτώριο τοῦ Πιλάτου, πού τώρα, ἔχει ἐρημωθεῖ μέ τή δύναμη Ἐκείνου ὁ Ὁποῖος εἶχε τότε σταυρωθεῖ. Αὐτός ἐδῶ ὁ Γολγοθάς ὁ ἅγιος, ὁ ὑπερυψωμένος, πού μέχρι σήμερα ἐκπέμπει φῶς καί δείχνει μέχρι τώρα πῶς ράισαν οἱ πέτρες του γιά τόν Χριστό. Τό πλησίον μνῆμα ὅπου ἐνταφιάστηκε καί ἡ πέτρα πού ἔβαλαν στή θύρα (πρβλ. Ματθ. 27, 60) καί πού μέχρι σήμερα βρίσκεται δίπλα στόν τάφο. Οἱ Ἄγγελοι πού ἦταν τότε παρόντες. Οἱ γυναῖκες πού προσκύνησαν μετά τήν Ἀνάσταση. Ὁ Πέτρος καί ὁ Ἰωάννης πού ἔτρεξαν στό μνῆμα καί ὁ Θωμᾶς, πού ἔβαλε τό χέρι του στήν πλευρά Του καί τά δάκτυλά του στά σημάδια ἀπό τά καρφιά (πρβλ. Ἰωάν, 20, 25-27). Διότι καί ἐκεῖνος γιά χάρη μας ψηλάφησε τήν πλευρά μέ προσοχή, ὥστε ἐκεῖνο πού ἐσύ, ὁ ὁποῖος δέν ἤσουν τότε παρών, ἔμελλες νά ζητήσεις γιά νά ἐρευνήσεις, αὐτό τό ἐρεύνησε ἐκεῖνος, ὄντας παρών, «κατ᾽ οἰκονομίαν».

Μ’. Ἔχεις δώδεκα Ἀποστόλους μάρτυρες τοῦ Σταυροῦ, καί τήν οἰκουμένη καί ὅλο τό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων πού πιστεύουν στόν Ἐσταυρωμένο. Νά σέ πείσει ἀκόμα γιά τή δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου αὐτό τό ἴδιο γεγονός τῆς τωρινῆς παρουσίας σου σ᾽ αὐτό τό χῶρο. Διότι ποιός σέ ἀνάγκασε νά ἔρθεις τώρα σ᾽ αὐτή τή συγκέντρωση; Ποιοί εἶναι οἱ στρατιῶτες πού τό ἔκαναν αὐτό; Μέ ποιά δεσμά σέ δέσανε γιά νά σέ φέρουν ἐδῶ, χωρίς νά τό θέλεις; Ποιοῦ δικαστηρίου ἡ καταδικαστική ἀπόφαση σέ ὑποχρέωσε καί σέ βίασε νά βρίσκεσαι ἐδῶ; Ἑπομένως τό τρόπαιο τοῦ Ἰησοῦ τό σωτήριο, ὁ Σταυρός, ὅλους τούς συνάθροισε. Αὐτό εἶναι πού ταπείνωσε τούς Πέρσες καί τούς ἔκανε νά προσκυνοῦν δουλικά τόν Κύριο καί ἡμέρωσε τούς Σκύθες. Αὐτό χάρισε στούς Αἰγύπτιους τή θεογνωσία, ἀντί γιά τήν πίστη πού εἶχαν στίς γάτες, στά σκυλιά καί σέ ὅλη ἐκείνη τήν πολύμορφη πλάνη. Αὐτό μέχρι σήμερα θεραπεύει ἀρρώστιες. Αὐτό διώχνει τούς δαίμονες καί ἀνατρέπει τῶν γοήτων καί τῶν μάγων τίς μαγγανεῖες.

ΜΑ’. Τοῦτο, τό τρόπαιο τοῦ Σταυροῦ, πρόκειται μαζί μέ τόν Ἰησοῦ πάλι νά φανερωθεῖ ἀπό τόν οὐρανό (πρβλ. Ματθ. 24, 30). Διότι θά προηγηθεῖ τό τρόπαιο καί μετά θά ἔλθει ὁ Βασιλιάς, γιά νά δοῦν οἱ Ἰουδαῖοι Ποιόν κατατρύπησαν στήν πλευρά (πρβλ. Ἰωάν. 19, 37) καί ἀπό τό Σταυρό νά γνωρίσουν Αὐτόν πού ἀτίμασαν. Καί ὅσοι ἀπό τούς Ἰουδαίους ἔχουν μετανοήσει θά θρηνοῦν καί θά κόπτονται. Ὅλοι οἱ ἄλλοι Ἰουδαῖοι ὅμως θά θρηνοῦν ἄκαρπα, χωριστά κάθε φυλή (πρβλ. Ζαχ. 12, 12), γιατί θά μετανοήσουν τότε πού δέν θά ὑπάρχει καιρός γιά μετάνοια. Ἐμεῖς ὅμως θά καυχηθοῦμε γιατί στηρίξαμε τή ζωή καί τίς ἐλπίδες μας πάνω στό Σταυρό καί θά προσκυνήσουμε τόν Κύριο πού ἀποστάλθηκε καί σταυρώθηκε γιά μᾶς. Θά προσκυνήσουμε καί τόν Πατέρα πού Τόν ἀπέστειλε μαζί καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, στό Ὁποῖο ἀνήκει δόξα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

 ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ἡ πραγματική ἕνωση τῆς θεϊκῆς καί τῆς ἀνθρώπινης φύσης στή μιά καί μοναδική ὑπόσταση τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ, κατά τρόπο πού αὐτές νά παραμένουν ἀσύγχυτες ἀλλά καί ἀδιαίρετες, δίνει σέ κάθε ἄνθρωπο ‒πού θά πιστεύσει καί θά βαπτισθεῖ‒ τή δυνατόητα νά ἐνυποστασιώνεται στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ‒τήν Ἐκκλησία Του‒ ὡς καινή κτίση, ὡς μόριο τοῦ τεθεωμένου Σώματός Του. «….ἡ ζωή ὑμῶν κέκρυπται σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ» λέει στήν πρός Κολασσαεῖς ἐπιστολή του (3, 3) ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἑπομένως ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νικηφόρα νά περάσει ὅλα τά στάδια τοῦ δρόμου πρός τήν σωτηρία, ἕνα ἀπό τά ὁποῖα εἶναι καί ἡ λύτρωση. Ἡ πραγματικότητα καί ἡ χαρά τῆς λύτρωσης συναυξάνει μέ τή φιλότιμη καί αὐτοπροαίρετη συλλειτουργία τοῦ πιστοῦ στή ζωή τοῦ Χριστοῦ, στή Χριστοείδεια. Τό «δυναμικά» δέν σημαίνει ὑποχρεωτικά, οὔτε ἄβουλα.

2. Στό ὑπέδαφος αὐτῆς τῆς σκέψης τοῦ ἁγίου Κατηχητῆ βρίσκονται δυό βασικές ἔννοιες: α) Ἡ ὀντολογική διαφορά μεταξύ ἀνθρώπου καί Θεανθρώπου καί β) Ἡ ἀνθρωπομορφική ἀναφορά στόν Θεό-Πατέρα πού ὀργισμένος ἀπό τή συμπεριφορά τῶν παιδιῶν του, περιμένει κάποια θυσία ἱλαστική ἀπό τά ἁμαρτωλά παιδιά Του γιά νά τά συγχωρήσει. Εἶναι προφανές ὅτι χρησιμοποιεῖ τή συμβολική καί προτυπωτική γλώσσα τῆς Π. Διαθήκης, ἀλλά δέν σταματάει στό ἐπίπεδό της. Οἱ σύγχρονοι χριστιανοί δέν βλέπουμε στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ μιά ἱλαστική ‒πανανθρώπινη στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ‒ θυσία πρός τό θυμωμένο Θεό-Πατέρα. Βλέπουμε τόν Θεό-Πατέρα νά σαρκώνει τήν Ἀγάπη Του στή Θεανδρική Ὑπόσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί νά καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο ἱκανό, μέσα στόν Χριστό καί διά τοῦ Χριστοῦ, νά ἀνατρέψει ὅλες τίς συνέπειες τοῦ μεγάλου τραύματος τῶν Πρωτοπλάστων, νά νικήσει τήν ἁμαρτία, τό διάβολο καί τό θάνατο, ὑπερβαίνοντας τήν ἀναγκαιότητα τοῦ νόμου καί τήν καθολικότητα τῆς φθορᾶς καί ἐπανακτώντας ὅλες τίς προϋποθέσεις γιά τήν ὁλοκλήρωση τῆς κατά Χάριν θεώσεώς του. Δέν πρόκειται λοιπόν γιά μιά ἱλαστική ‒ ἔστω καί τή Μέγιστη δυνατή ‒ θυσία, ἀλλά γιά θεανθρώπινη συλλειτουργία μετάγγισης Ζωῆς καί Ἀθανασίας στό χῶρο τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου. Ἡ πληγωμένη Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ-Πατέρα ἁρπάζει ἀπό τά χέρια τοῦ διαβόλου καί τοῦ θανάτου τόν θανάσιμα πληγωμένο ἄνθρωπο. Τόν Χριστό Τόν σταύρωσε τό μῖσος καί ὁ φθόνος τοῦ διαβόλου καί τῶν ὀργάνων του καί ὄχι ἡ ἀπαίτηση τοῦ πληγωμένου γοήτρου τοῦ Θεοῦ-Πατέρα. Ἡ Ἀγάπη δέν ἔχει καμιά ἀνάγκη, πολύ δέ περισσότερο, δέν ἀπαιτεῖ ἐξιλαστήριες προσφορές, πρίν νά λειτουργήσει.

3. Ὁ Σταυρός εἶναι τό “Βατερλώ” τοῦ διαβόλου. Ὁ διάβολος εἶναι ὑπόσταση τοῦ ψεύδους. Δέν ἀντέχει καμιά ἀλήθεια, πολύ δέ περισσότερο, δέν ἀντέχει τήν ἀλήθεια τοῦ Σταυροῦ, δέν μπορεῖ νά βλέπει ἤ νά ἀντιμετωπίζει τήν πλήρη κατατρόπωσή του πού βρῆκε μέ τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό ἱστορικό καί διαχρονικά βιωματικό “σταύρωμα” τοῦ διαβόλου, εἶναι τό μέσο καί ὁ τρόπος τῆς πλήρους ἀποδυναμώσεώς του. Αὐτή ἡ ἀλήθεια, αὐτή ἡ πίστη μᾶς ἔχει χαρίσει καί τά θαυμάσια ὑμνογραφήματα: «Σταυρός, ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης· Σταυρός, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας… Σταυρός, Ἀγγέλων ἡ δόξα καί τῶν δαιμόνων τό τραῦμα» κ.τ.λ. Μέ βάση αὐτή τήν πίστη, ὅσοι ἀγωνίζονται τόν καλό πνευματικό ἀγώνα, ἔχουν ὡς ὅπλο κραταιό τόν «Τίμιο Σταυρό τοῦ Σωτῆρος». Παρά ταῦτα ὅμως, ἔχουμε περιπτώσεις, κατά τίς ὁποῖες θέλησαν νά χρησιμοποιήσουν τόν Τίμιο Σταυρό κατά τοῦ διαβόλου ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι συσχέτιζαν “καθ᾽ ὑπόκρισιν” τή ζωή τους μέ τόν Χριστό, καί τότε, ὄχι μόνον δέν ἐτρόμαξαν οἱ δαίμονες, ἀλλά ἐγελειοποίησαν τούς δῆθεν πιστούς. Ὁ “Σταυρός” λοιπόν εἶναι πανίσχυρος στά χέρια μόνο τῶν διά τόν Χριστό ” σταυρουμένων”!

4. Πρόκειται γιά μιά σημαντική μαρτυρία, ἀναφερόμενη στήν εὐρύτατη διανομή μικρῶν ἤ μεγαλυτέρων τεμαχίων Τιμίου Ξύλου, ἡ ὁποία καί μᾶς πληροφορεῖ γιά τό ἅπλωμα τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. Συνάμα μᾶς ὑποχρεώνει νά σημειώσουμε καί τήν ὑποχρέωσή μας στό νά προσέχουμε μέ μεγάλη εὐαισθησία μήπως πέσουμε θύματα χριστοκάπηλης καί χριστεμπορικῆς ἀγυρτείας πού κατά καιρούς πλεονάζει, καί μάλιστα στά θρησκοληπτικά ἐκκλησιαστικά περιβάλλοντα. Εἶναι δικαιολογημένη καί ἀπόλυτα εὐσεβής ἡ τόση ζήτηση τεμαχίου Τιμίου Ξύλου, ἀλλά δέν πρέπει νά λησμονοῦμε τούς “ἐπιτηδείους” καί τό διάβολο πού κρύβεται πίσω ἀπ᾽ αὐτούς, προκειμένου νά καζαντίσει στήν ἀπάτη.

5. Εἶναι μιά προσωπική θέση τοῦ ἁγίου Κυρίλλου πού θυμίζει τόν ἅγιο ἀπόστολο Παῦλο (Α’ Κορ. 15, 14. 17). Οἱ Ἅγιοι τῆς Ὀρθοδοξίας δέν εἶδαν “θεολογικά” τό Σταυρό ποτέ χωρίς τό Θρίαμβο τῆς Ἀνάστα σης. Μόνο μέ τό γεγονός καί τό Φῶς τῆς Ἀνάστασης ἔγινε Ξύλο Σωτηρίας τό ξύλο τῆς ἀτιμίας. Στήν προκειμένη περίπτωση, εἶναι δυνατόν νά θεωρηθεῖ καί ρητορικό σχῆμα μετάβασης εἰς τό ἑπόμενο στάδιο διδασκαλίας. Ἡ ντροπή τοῦ Ἁγίου εἶναι θεωρητική ἐκδοχή καί θά ὀφειλόταν στό ὅτι πράγματι ἕνας ἔντιμος ἄνθρωπος θά ντρεπόταν νά εἶναι μέλος μιᾶς Ἐκκλησίας στηριγμένης στό ψέμα τῆς Ἀνάστασης καί στήν ἀτιμία τοῦ Σταυροῦ.

6. Δέν προσεγγίζεται ἀπό τή λογική τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου “τό ἑκούσιον” τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου πού ἀποτελεῖ καί τόν πυρήνα τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ μονόδρομος τῆς Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ-Πατέρα ζήτησε τή “σάρκωση” τοῦ Θεοῦ Λόγου καί μέ τή συνεργία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ μιά καί ἁρμονική θέληση τῆς Ἁγίας Τριάδος πραγματοποίησε τή γεφύρωση τοῦ ὀντολογικοῦ χάσματος μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου. Ὁ μεταπτωτικός ἄνθρωπος, λειτουργώντας αὐτοπροστατευτικά μέ τή συνεργία καί τοῦ διαβόλου, θέλησε νά ἐξοντώσει τό Νέο Ἀδάμ, ἀλλά τό μόνο πού πέτυχε ἦταν τό ὅτι πάνω στό Σταυρό ἀνέδειξε τήν ὑπέρβαση τῆς ἁμαρτίας, τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου πού χάρισε ὁ Θεός στήν καινή κτίση. Ὁ Κύριος, λειτουργώντας τήν Ἀγάπη, δέν λειτουργεῖ “μαζοχιστικά” καί δέν προκαλεῖ τό Πάθος γιά νά ἱκανοποιήσει προσωπικές ἀνάγκες πού δέν ἔχει, ἀλλά λειτουργεῖ κυριαρχικά καί ἀναγεννητικά ἀπαθῶς καί ὑπεροχικῶς. Ἔτσι χαρίζει στόν ἄνθρωπο, τόν πεσμένο, τή δύναμη νά μεταβολίζει τό πικρό σέ γλυκύ, νά δέχεται καί αὐτός ἑκούσια τό σταυρό του καί μέσα καί πάνω σ᾽ αὐτόν νά χαλάει τή δεσμευτική αὐτοεγκύστωσή του καί νά ὑπερβαίνει τήν ἁμαρτία καί τό θάνατο.

7. Ἡ ὑπομονή μέσα καί πάνω στό σταυρό μας ἀποδεικνύει ἔμπρακτα, καί ὄχι δοκητικά, τήν προαίρεσή μας νά λειτουργήσουμε τήν “ἐν Χριστῷ” ζωή μας καί στίς πιό ἀκραῖες καί ὑπερβατικές διαστάσεις της. Ὁ Κύριος, μέσα στό πλαίσιο τῆς καταλλαγῆς (ἀποκαταλλαγῆς) τοῦ ἀνθρώπου καί ὅλης τῆς κτίσης μέ τόν Θεό (Ἐφεσ. 2, 16. Κολ. 1, 20-21) ἐδίδαξε τήν ὑπομονή (Ματθ. 10, 22. Λουκ. 21, 19) καί μέ τή ζωή Του, ὄχι μόνο ἔγινε παράδειγμα ὑπομονῆς, ἀλλά χάρισε στόν καθένα μας καί τίς προϋποθέσεις τῆς ἐπιτυχίας της. Ὅσο πιό πετυχημένη εἶναι ἡ ἕνωσή μας μέ τόν Θεό, τόσο πιό καταπληκτική γίνεται ἡ ὑπομονή.

8. Ἡ μυστική καί συμβολική σκέψη τοῦ ἁγίου Κατηχητῆ κάνει μιά εἰδικότερη ἐφαρμογή μέ σημαντικές θεολογικές διαστάσεις. Στήν προσπάθεια νά κατανοηθεῖ ἡ θέση του αὐτή, θά μπορούσαμε νά ποῦμε: α) Ὁ Ἅγιος δέν ἀγνοεῖ τίς γενικές μυστικές καί ἑρμηνευτικές ἐφαρμογές ἐπί τοῦ θέματος. β) Εἶναι φυσικό καί ἐνδεχόμενο, ἐφόσον βρίσκεται μπροστά στή λογχευμένη πλευρά τοῦ Νέου Ἀδάμ, νά ἀναμνησθεῖ καί τῆς πλευρᾶς τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ. γ) Ἡ συσχέτιση τῆς πλευρᾶς τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ μέ τήν πλευρά τοῦ Νέου Ἀδάμ τόν ὠθεῖ νά ἀναζητήσει καί νά βρεῖ τή συσχέτιση τῆς γυναίκας καί μέ τήν πλευρά τοῦ Νέου Ἀδάμ, ἐφόσον ἡ γυναίκα σχετίζεται μέ τήν πλευρά τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ. δ) Εἶναι δυνατόν νά θεωρηθεῖ αὐτονόητο, μέσα στό χωροχρονικό πλαίσιο στό ὁποῖο κινεῖται ὁ Ἅγιος, ὅτι εἶναι ἐπηρεασμένος ἀπό τίς ἀντιλήψεις τῆς ἐποχῆς του σέ σχέση μέ τίς γυναῖκες καί προκειμένου νά τίς παρηγορήσει, κάνει αὐτή τήν εἰδικότερη ἀναφορά. ε) Ἡ συμβολική εἰκόνα τῆς πλευρᾶς τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ ἔχει ἀναμφίβολα τό ὀντολογικό της ἀντίτυπο στήν Πλευρά τοῦ Νέου Ἀδάμ καί τή δημιουργία τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι ἡ ὀντολογική προέκταση τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ μέσα στό χωροχρόνο καί πέρα ἀπό αὐτόν. Κατά συνέπεια, τό τραῦμα τῆς Εὔας τό ἀντιρροπεῖ τό Θαῦμα τῆς Θεοτόκου.

9. Στά μάτια τοῦ μή ἀναγεννημένου “ἐν Χριστῷ” ἀνθρώπου, ὁ σταυρός εἶναι τό ἀποκορύφωμα τοῦ εὐτελισμοῦ. Στή συνείδηση τοῦ “ἐν Χριστῷ ζῶντος”, ὁ σταυρός εἶναι ἡ πιό ἀνθεκτική μαρτυρία ὅτι ἡ Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ συλλειτουργεῖ μέ τήν ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου καί ἀπό κοινοῦ ὑπερνικοῦν τή φθορά, τήν ἁμαρτία, τό διάβολο καί τό θάνατο.

10. Μέ τή θέση του αὐτή ὁ Ἅγιος, ἄν καί μεταχειρίζεται κοινό τρόπο ἔκφρασης, μᾶς φανερώνει στά πράγματα μιά τόσο πλούσια καί περιεκτική θεολογία: Μέ τόν προσωπικό σου σταυρό θά βιώσεις στόν τέλειο βαθμό τήν εὐγνωμοσύνη σου γιά τή σωτηρία πού σοῦ χαρίστηκε μέ τό Σταυρό τοῦ Σωτήρα. Ὑπέδαφος ὅμως αὐτῆς τῆς διδασκαλίας δέν εἶναι καί δέν ἀντέχει νά εἶναι μιά κοινωνική ἠθική συναλλαγή, στηριγμένη στήν ἀνθρώπινη δικαιοσύνη, ἀλλά ἡ ὀντολογία πού περιλαμβάνεται στή διδασκαλία τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Παύλου: «…ἡ ζωή ὑμῶν σύν τῷ Χριστῷ κέκρυπται ἐν τῷ Θεῷ» (Κολ. 3, 3). Αὐτή εἶναι ἡ ὀντολογική βάση, πάνω στήν ὁποία στηρίζεται “φυσικά” ἡ κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου, τόσο στά χαρίσματα ὅσο καί στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ.

Ἀπό το βιβλίο:

ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ»

 Ἐκδ.ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα