Λόγος παρηγορητικός για την πανδημία

Ἀρχιμ Ζαχαρία, Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 17.03.2020

 

Ἐξ αἰτίας τῆς ἀπειλῆς τοῦ κορωνοϊοῦ ποὺ ἐξαπλώθηκε στὴν οἰκουμένη,πολλοὶ ἄνθρωποι βρίσκονται σὲ σύγχυση καὶ ἄλλοι σὲ πανικό. Νομίζω ὅμως ὅτι δὲν θὰ ἔπρεπε, διότι ὅσα κάνει ὁ Θεὸς γιὰ ἐμᾶς, τὰ κάνει ἀπὸ ἀγάπη. Ὁ Θεὸς τῶν Χριστιανῶν εἶναι ἀγαθὸς Θεός, εἶναι Θεὸς ἐλέους, οἰκτιρμῶν καὶ φιλανθρωπίας.

Ὁ Θεὸς μᾶς ἔπλασε ἀπὸ ἀγαθότητα γιὰ νὰ μοιραστεῖ τὴ ζωή, καὶ τὴ δόξα Του ἀκόμη, μαζί μας. Ὅταν πέσαμε στὴν ἁμαρτία, ἐπέτρεψε νὰ εἰσέλθει ὁ θάνατος στὴ ζωή μας πάλι ἀπὸ ἀγαθότητα, γιὰ νὰ μὴν γίνουμε ἀθάνατοι μὲ τὴν κακία μας, ἀλλὰ νὰ ἐκζητήσουμε ὁδὸ σωτηρίας. Παρόλο ποὺ πέσαμε, ὁ Θεὸς δὲν σταμάτησε νὰ προνοεῖ γιὰ ἐμᾶς, ὄχι μόνο ὑλικὰ ἀγαθὰ γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ γένους μας, ἀλλὰ ἔστειλε Προφῆτες καὶ Δικαίους, ἑτοιμάζοντας τὴν ὁδό Του γιὰ νὰ ἔλθει καὶ νὰ λύσει τὴν τραγωδία μας· καὶ ἔφερε τὴν αἰώνια σωτηρία μὲ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση τῆς ἀπερινόητης ἀγάπης Του. Ἦλθε ὁ Ἴδιος, πῆρε πάνω Του τὴν κατάρα τῆς ἁμαρτίας καὶ ἔδειξε τὴν ἀγάπη Του μέχρι τέλους: «Ἀγαπήσας τοὺς ἰδίους τοὺς ἐν τῷ κόσμῳ εἰς τέλος ἠγάπησεν αὐτούς» (Ἰωάν. 13,1). Ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ Θεός, ὅταν μᾶς δημιούργησε, ὅταν προνοοῦσε ἀγαθὰ γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ κόσμου, ὅταν ἑτοίμαζε τὴν ὁδό Του γιὰ νὰ ἔλθει στὴ γῆ, ὅταν ἦλθε ὁ Ἴδιος αὐτοπροσώπως καὶ ἐργάσθηκε μὲ φρικτὸ τρόπο τὴ σωτηρία μας, ὅλα τὰ ἔκανε ἀπὸ ἀγαθότητα. Ἡ ἀγαθότητά Του εἶναι ἀτελεύτητη, μᾶς σώζει καὶ μακροθυμεῖ, ὡσότου ἔλθουμε «εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας» (Α’ Τιμ. 2,4) καὶ προσφέρουμε ἀληθινὴ μετάνοια, ὥστε νὰ εἴμαστε μαζί Του αἰώνια.

Ἔτσι, ὁ Θεός μας σὲ κάθε στάδιο τῆς σχέσεώς Του μὲ τὸν ἄνθρωπο δείχνει μόνο τὴ χρηστότητα καὶ τὸ ἔλεός Του, «μέγα καὶ κρείσσων ὑπὲρ ζωάς». Ἡ Φύση Του εἶναι ἀγαθὴ καὶ ὅλα τὰ κάνει γιὰ τὴν ὠφέλεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴ σωτηρία του.

Ἑπομένως, ὅταν θὰ ἔλθει πάλι νὰ κρίνει τὸν κόσμο, θὰ τὸν κρίνει ἄλλος Θεός; Δὲν θὰ εἶναι ὁ Ἴδιος ἀγαθὸς Θεός, ὁ Θεὸς τοῦ ἐλέους, τῶν οἰκτιρμῶν καὶ τῆς φιλανθρωπίας; Ἀσφαλῶς, δὲν θὰ ἐμφανισθοῦμε ἐνώπιον ἄλλου Θεοῦ ἀπὸ Αὐτὸν ποὺ μᾶς ἔπλασε καὶ μᾶς ἔσωσε. Ἄρα καὶ πάλι μὲ ἔλεος καὶ ἀγάπη θὰ μᾶς κρίνει. Ἔτσι, δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ πανικοβαλλόμαστε, οὔτε νὰ σαλευόμαστε, διότι ὁ Ἴδιος Θεὸς θὰ μᾶς προσλάβει στὴν ἄλλη ζωὴ καὶ θὰ μᾶς κρίνει πάλι μὲ ἀγαθότητα καὶ ἐπιείκεια.

Κάποιοι φοβοῦνται ὅτι φθάνει ἡ ὥρα τοῦ τέλους τους. Ἡ μάστιγα αὐτὴ τοῦ κορωνοϊοῦ ἔχει καὶ μία θετικὴ πλευρά, διότι ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ μᾶς προσβάλει μέχρι τὸ τέλος μας, μεσολαβοῦν μερικὲς ἑβδομάδες. Ἑπομένως, ἔχουμε κάποιον χρόνο ποὺ μποροῦμε νὰ ἀφιερώσουμε στὴν προετοιμασία γιὰ τὴ συνάντησή μας μὲ τὸν Θεό, ὥστε νὰ μὴ γίνει ἡ φυγή μας ἀπρόοπτα ἢ ἀπροετοίμαστα, ἀλλὰ ἀφοῦ διέλθουμε κάθε φορὰ στὴν παράσταση τῆς προσευχῆς μας μπροστὰ στὸν Θεὸ ὅλη τὴ ζωή μας, ἄλλοτε μὲ εὐχαριστία μέχρι τέλους, γιὰ ὅ,τι ὁ Θεὸς ἔκανε γιὰ ἐμᾶς, καὶ ἄλλοτε μὲ μετάνοια ζητώντας τὴ συγχώρεση ὅλων τῶν πλημμελημάτων μας. Τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ζημιώσει μὲ ἕναν Τέτοιο Θεό, ποὺ ὅλα τὰ παραχωρεῖ ἀπὸ τὴν ἀγαθότητά Του. Ἁπλῶς χρειάζεται νὰ κρατήσουμε μέχρι τέλους τὴν εὐχαριστία καὶ τὴν ταπεινὴ προσευχὴ τῆς μετανοίας γιὰ τὴ συγχώρηση τῶν παραπτωμάτων μας.

Ἐμένα ἡ μάστιγα αὐτὴ μὲ βοηθᾶ. Ποθῶ νὰ ξαναβρῶ ἐκείνη τὴν προσευχὴ ποὺ εἶχα, μὲ τὴν ὁποία νὰ διατρέξω ὅλη μου τὴ ζωὴ ἀπὸ τὴ γέννησή μου μέχρι τώρα, εὐχαριστώντας τὸν Θεὸ γιὰ ὅλες τὶς εὐεργεσίες Του, «ὑπὲρ πάντων ὧν ἴσμεν καὶ ὧν οὐκ ἴσμεν, τῶν φανερῶν καὶ ἀφανῶν εὐεργεσιῶν»·Του. Ἐπίσης νὰ διατρέξω πάλι ὅλη μου τὴ ζωὴ μετανοώντας γιὰ ὅλες τὶς ἁμαρτίες καὶ τὰ πλημμελήματά μου. Εἶναι ὑπέροχο νὰ μπορέσεις νὰ διατρέξεις τὴ ζωή σου μὲ προσευχή, κομίζοντας τὰ πάντα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἐμμένοντας στὴ προσευχή. Τότε νιώθεις ὅτι ἐξαγοράζεται ἡ ζωή σου. Γι’ αυτὸ ὅλη ἡ κατάσταση αὐτὴ μὲ βοηθᾶ πραγματικά. Δὲν πανικοβάλλομαι, ἀλλὰ θὰ «μεριμνήσω ὑπὲρ τῆς ἁμαρτίας μου» (Ψαλμ. 37, 19).

Πρέπει νὰ δοῦμε τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ σὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ γίνονται. Οἱ Πατέρες εἶδαν τὴ χρηστότητά Του. Παρόμοια ἐπιδημία παρουσιάστηκε τὸν 4ο αἰῶνα στὴν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου, ἡ ὁποία θέρισε πάνω ἀπὸ τὸ ἕνα τρίτο τῶν μοναχῶν, καὶ οἱ ὅσιοι Πατέρες ἔλεγαν μὲ μεγάλη ἔμπνευση ὅτι, «ὁ Θεὸς θερίζει ψυχὲς ἁγίων γιὰ τὴ Βασιλεία Του», καὶ δὲν σαλεύθηκαν. Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος μιλᾶ στὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὶς ἔσχατες ἡμέρες, γιὰ τὶς δοκιμασίες καὶ τὰ δεινὰ ποὺ θὰ περάσει ὁ κόσμος πρὶν τὸν ἐρχομό Του. Ἐντούτοις, δὲν διακρίνουμε ἐκεῖ καμία νοσηρὴ λύπη ἢ ἀπελπισία. Ὁ Κύριος, ποὺ στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ προσεύχεται μὲ αἱματηρὸ ἱδρώτα γιὰ τὴ σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου, λέει ὅτι, ὅταν δοῦμε τὰ φοβερὰ ποὺ προηγοῦνται τῆς Δευτέρας Παρουσίας Του, νὰ ὑψώσουμε μὲ ἔμπνευση τὶς κεφαλές μας, διότι ἡ ἀπολύτρωσή μας εἶναι ἐγγύς (βλ. Λουκ. 21,28).

Μερικοὶ μοῦ λένε, «ὁ Θεός νὰ βάλει τὸ χέρι Του». Μά, ἀκριβῶς αὐτὸ ἤδη εἶναι τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος θέλει τὴ σωτηρία μας καὶ ἐργάζεται «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως» (Ἑβρ. 1,1). «Ὁ Πατήρ Μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται κἀγὼ ἐργάζομαι» (Ἰωάν. 5,17). Ἴσως ὁ ἰὸς αὐτὸς νὰ εἶναι ἕνα μέσο ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός, γιὰ νὰ φέρει πολλοὺς ἀνθρώπους σὲ ἐπίγνωση καὶ μετάνοια, καὶ νὰ θερίσει πολλὲς ἕτοιμες ψυχές, νὰ κάνει μία συγκομιδὴ ψυχῶν γιὰ τὴν αἰώνια Βασιλεία Του. Ἑπομένως, γιὰ ὅσους ἐμπιστεύονται καὶ παραδίδονται στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὅλα θὰ συνεργήσουν στὸ ἀγαθό: «Τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν» (Ρωμ. 8,28).

Δὲν ὑπάρχει λοιπὸν χῶρος γιὰ νοσηρὴ ἀπογοήτευση. Δὲν θὰ ἔπρεπε οὔτε νὰ ἀντιστεκόμαστε στὰ μέτρα ποὺ λαμβάνει ἡ πολιτεία γιὰ νὰ μειώσει τὴν ἔκταση τῶν δεινῶν ποὺ παρατηροῦνται τώρα στὴ ζωὴ πολλῶν ἀνθρώπων. Εἶναι λάθος νὰ πᾶμε ἐνάντια στὶς ἀρχές κάθε χώρας. Ὅ,τι πεῖ ἡ Κυβέρνηση πρέπει νὰ τὸ κάνουμε, διότι δὲν μᾶς ζητοῦν νὰ ἀρνηθοῦμε τὴν πίστη μας, ἁπλῶς μᾶς ζητοῦν νὰ λάβουμε μερικὰ μέτρα γιὰ τὸ κοινὸ ὅφελος ὅλου τοῦ κόσμου, ὥστε νὰ παρέλθει καὶ αὐτὴ ἡ δοκιμασία. Αὐτὸ δὲν εἶναι καθόλου παράλογο. Κάποιοι τὸ παίρνουν πολὺ ὁμολογιακά, στήνουν σημαῖες καὶ νομίζουν ὅτι κάνουν τοὺς μάρτυρες καὶ τοὺς ὁμολογητές. Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία γιὰ ἐμᾶς, καθαρὰ θὰ δείξουμε ὑποταγὴ στὸ πρόσταγμα τῆς Κυβερνήσεως. Εἶναι ἄδικο νὰ μὴν κάνουμε αὐτὰ ποὺ μᾶς λέει ἡ Κυβέρνηση, διότι ὅταν ἀρρωσταίνουμε, τρέχουμε στὰ νοσοκομεῖα τους καὶ ἐκεῖνοι ἀναλαμβάνουν ὅλα τὰ ἔξοδα καὶ τὴν περίθαλψή μας. Γιατί νὰ μὴν ἀκούσουμε καὶ ἐμεῖς αὐτὰ ποὺ λένε;

Αὐτὸ εἶναι τὸ ἦθος τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μᾶς ἔδειξε ὁ Ἴδιος στὴν ἐπίγεια ζωή Του καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ἀποστολικὴ ἐντολὴ ποὺ ἔχουμε, «ὑπομίμνῃσκε αὐτοὺς ἀρχαῖς καὶ ἐξουσίαις ὑποτάσσεσθαι, πειθαρχεῖν, πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἑτοίμους εἶναι, μηδένα βλασφημεῖν, ἀμάχους εἶναι, ἐπιεικεῖς, πᾶσαν ἐνδεικνυμένους πραΰτητα πρὸς πάντας ἀνθρώπους» (Τίτ. 3,1-2)· καὶ «ὑποτάγητε πάσῃ ἀνθρωπίνῃ κτίσει διὰ τὸν Κύριον, εἴτε βασιλεῖ ὡς ὑπερέχοντι…» (Α’ Πέτρ. 2,13). Ἂν δὲν ὑπακούσουμε στοὺς κυβερνῆτες ποὺ δὲν ζητοῦν πολύ, πῶς θὰ ὑπακούσουμε στὸν Θεὸ ποὺ μᾶς δίνει νόμο θεϊκό, ὁ ὁποῖος ὑπερέχει κάθε ἀνθρώπινο νόμο; Ἂν τηρήσουμε τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ εἴμαστε πάνω ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπινους νόμους, ὅπως ἔλεγαν οἱ Ἀπολογητὲς τοῦ 2ου αἰῶνα στὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία ποὺ καταδίωκε τοὺς Χριστιανούς.

Εἶναι ἐκπληκτικὸ νὰ βλέπουμε στὴ χώρα ποὺ ζοῦμε, στὸ Ἡνωμένο Βασίλειο, τοὺς ποδοσφαιριστὲς νὰ δείχνουν τέτοια σύνεση καὶ διάκριση, καὶ πρῶτοι νὰ παραιτοῦνται ἀπὸ τὶς δραστηριότητές τους μὲ εὐπείθεια στὶς προτροπὲς τῆς Κυβερνήσεως γιὰ προληπτικὰ μέτρα. Θὰ ἦταν θλιβερὸ ἐμεῖς οἱ θρησκευόμενοι ἄνθρωποι νὰ μὴ φθάσουμε στὰ μέτρα τῶν ποδοσφαιριστῶν καὶ νὰ μὴν ἔχουμε τὴν ἴδια εὐπείθεια στὶς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες, γιὰ τὶς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία μας προσεύχεται.

Ἂν μᾶς ζητήσουν νὰ σταματήσουμε τὶς Ἀκολουθίες μας, ἂς παραδιδόμαστε μόνο καὶ ἂς εὐλογοῦμε τὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε αὐτὸ μᾶς θυμίζει μιὰ παλαιὰ παράδοση ποὺ εἶχαν οἱ Πατέρες στὴν Παλαιστίνη. Τὴ Μ. Τεσσαρακοστὴ τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, μετὰ τὴν ἀλληλοσυγχώρηση, ἔβγαιναν στὴν ἔρημο γιὰ σαράντα ἡμέρες χωρὶς νὰ λειτουργηθοῦν. Παρέμεναν μόνο σὲ νηστεία καὶ προσευχή, ὥστε νὰ ἑτοιμασθοῦν καὶ νὰ ἐπιστρέψουν τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, γιὰ νὰ ἑορτάσουν θεοπρεπῶς τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου καὶ τὴν Ἀνάστασή Του. Ἑπομένως, τώρα οἱ περιστάσεις μᾶς σπρώχνουν νὰ ξαναζήσουμε αὐτὸ ποὺ ὑπῆρχε μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας τοὺς παλαιοὺς καιρούς. Νὰ ζήσουμε δηλαδὴ πιὸ ἡσυχαστικά, μὲ περισσότερη προσευχή, ἡ ὁποία ὅμως θὰ ἀναπληρώσει καὶ τὴν ἔλλειψη τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ θὰ μᾶς προετοιμάσει νὰ ἑορτάσουμε μὲ μεγαλύτερο πόθο καὶ ἔμπνευση τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Καὶ θὰ κάνουμε τὴ μάστιγα αὐτὴ ἕναν θρίαμβο τοῦ ἡσυχασμοῦ. Οὕτως ἢ ἄλλως ὅ,τι ὁ Θεὸς ἐπιτρέψει στὴ ζωή μας εἶναι ἀπὸ ἀγαθότητα γιὰ τὸ συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου καὶ δὲν θέλει ποτὲ νὰ ζημιωθεῖ τὸ πλάσμα Του.

Βεβαίως, ἂν μεσολαβήσει ἕνα μεγαλύτερο διάστημα ποὺ δὲν θὰ ἔχουμε Θεία Λειτουργία, μποροῦμε νὰ τὸ ὑπομείνουμε. Διότι στὴ Λειτουργία τί λαμβάνουμε; Μεταλαμβάνουμε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶναι γεμάτα μὲ τὴ χάρη Του. Αὐτὸ γιὰ ἐμᾶς εἶναι μεγάλη τιμὴ καὶ μεγάλη ὠφέλεια, ἀλλὰ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου τὴ λαμβάνουμε ἐπίσης μὲ πολλοὺς ἄλλους τρόπους.

Ὅταν ἀσκοῦμε τὴν ἡσυχαστικὴ προσευχή, μένουμε στὴν Παρουσία τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν νοῦ στὴν καρδιά μας ἐπικαλούμενοι τὸ ἅγιο Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Θεῖο Ὄνομα προσκομίζει σὲ μᾶς τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ, διότι εἶναι ἑνωμένο μὲ τὸ Πρόσωπό Του καὶ μᾶς εἰσάγει στὴν Παρουσία Του. Αὐτὴ ἡ Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία εἶναι καθαρτική, μᾶς καθαρίζει ἀπὸ τὰ πταίσματα καὶ τὶς ἁμαρτίες μας, μᾶς ἀνακαινίζει καὶ ἐπιφέρει τὸν φωτισμὸ τῆς καρδιᾶς μας, οὕτως ὥστε νὰ μορφωθεῖ ἐκεῖ ἡ εἰκόνα τοῦ Σωτῆρος Θεοῦ, τοῦ Χριστοῦ.

Ἂν δὲν θὰ ἔχουμε Πάσχα στὴν Ἐκκλησία, ἂς θυμηθοῦμε ὅτι κάθε ἐπαφὴ μὲ τὸν Χριστὸ εἶναι Πάσχα. Χάρη παίρνουμε στὴ Θεία Λειτουργία, διότι ἐκεῖ εἶναι Παρὼν ὁ Κύριος Ἰησοῦς, καὶ Αὐτὸς ἐπιτελεῖ τὸ Μυστήριο καὶ ὁ Ἴδιος μεταδίδεται στοὺς πιστούς. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἐπικαλούμαστε τὸ Ὄνομά Του, εἰσερχόμαστε στὴν ἴδια Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔχουμε τὴν ἴδια χάρη. Ἑπομένως, ἄν στερηθοῦμε τὴ Λειτουργία, τὸ Ὄνομά Του τὸ ἔχουμε πάντοτε, δὲν στερούμαστε τὸν Κύριο.

Ἐπίσης ἔχουμε τὸν λόγο Του, προπαντὸς τὸν Εὐαγγελικό Του λόγο. Ἂν ὁ λόγος Του εἶναι συνεχῶς ζωντανὸς μέσα στὴν καρδιά μας, ἂν τὸν μελετοῦμε καὶ τὸν προσευχόμαστε, ἂν γίνεται ἡ γλῶσσα μας μὲ τὴν ὁποία μιλοῦμε στὸν Θεό, ὅπως Ἐκεῖνος μίλησε σὲ ἐμᾶς, τότε θὰ ἔχουμε πάλι τὴ χάρη τοῦ Κυρίου. Διότι τὰ λόγιά Του εἶναι «ῥήματα ζωῆς αἰωνίου» (Ἰωάν. 6,68), εἶναι λόγος ζωῆς καὶ πάλι τὸ ἴδιο μυστήριο ἐπιτελεῖται, δεχόμαστε τὴ χάρη Του καὶ ἁγιαζόμαστε.

Ἀκόμη, κάθε φορὰ ποὺ δείχνουμε καλοσύνη στοὺς ἀδελφούς μας, εὐαρεστεῖται ὁ Κύριος, θεωρεῖ ὅτι τὸ κάναμε γιὰ Ἐκεῖνον καὶ μᾶς ἀνταποδίδει. Ἐμεῖς δείχνουμε καλοσύνη στοὺς ἀδελφούς μας καὶ ὁ Κύριος μᾶς ἀνταποδίδει τὸν μισθὸ τῆς χάριτός Του. Νά, ἀκόμη ἕνας τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦμε νὰ ζοῦμε στὴν Παρουσία τοῦ Κυρίου. Μποροῦμε νὰ ἔχουμε τὴ χάρη τοῦ Κυρίου μὲ τὴ νηστεία, μὲ τὴν ἐλεημοσύνη καὶ μὲ κάθε ἀγαθοεργία.

Ἔτσι, ἂν κατ’ ἀνάγκη θὰ πρέπει νὰ ἀφήσουμε τὶς κοινὲς συναθροίσεις, μποροῦμε νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι στὸ πνεῦμα καὶ σὲ αὐτὲς τὶς ἅγιες ἀρετὲς ποὺ εἶναι γνωστὲς μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἁγία Ἐκκλησία, καὶ διατηροῦν τὴν ἑνότητα τῶν πιστῶν μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ ὅλα τὰ μέλη τοῦ Σώματός Του. Ὅλα αὐτὰ ποὺ κάνουμε γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι Λειτουργία, ἱερουργοῦν τὴ σωτηρία μας. Ἡ Θεία Λειτουργία βεβαίως εἶναι τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στὸ ὁποῖο οἱ πιστοὶ ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ ἀνταλλάξουν τὴ μικρὴ ζωή τους μὲ τὴν ἄπειρη ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἡ δύναμη τοῦ γεγονότος αὐτοῦ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν προετοιμασία ποὺ κάνουμε, ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα ποὺ ἀπαριθμήσαμε, τὴν προσευχή, τὶς ἀγαθοεργίες, τὶς νηστεῖες, τὴ φιλαδελφία, τὴ μετάνοια.

῾Επομένως, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δὲν χρειάζεται οὔτε νὰ κάνουμε ἡρωικὲς ἐξομολογήσεις ἐναντίον τῆς πολιτείας γιὰ τὰ προληπτικὰ μέτρα ποὺ παίρνει γιὰ τὴν ὠφέλεια ὅλων τῶν ἀνθρώπων, οὔτε νὰ ἀπελπιζόμαστε· ἀλλὰ μὲ σύνεση νὰ μηχανευόμαστε τρόπους, ὥστε νὰ μὴ χάνουμε τὴ ζωντανὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ζημιώσει, ἁπλῶς πρέπει νὰ κάνουμε ὑπομονὴ γιὰ ἕνα μικρὸ χρονικὸ διάστημα καὶ ὁ Θεὸς θὰ δεῖ τὴν ὑπομονή μας, θὰ ἀπομακρύνει κάθε ἐμπόδιο, κάθε πειρασμὸ καὶ πάλι θὰ ἀνατείλουν ἡμέρες χαρμόσυνες καὶ θὰ πανηγυρίζουμε τὴν κοινὴ ἐλπίδα καὶ ἀγάπη ποὺ ἔχουμε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.