Μακαριστός π. Συμεών Κραγιόπουλος
Ἡ Ἀνάληψις τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
Τό δοξαστικό πού ἀκούσαμε σήμερα στούς αἴνους τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως, μέ λίγες φράσεις, μέ λίγες λέξεις παρουσιάζει τό ὅλο ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Λέγει τό δοξαστικό: «Ἐτέχθης ὡς αὐτός ἠθέλησας, ἐφάνης ὡς αὐτός ἠβουλήθης, ἔπαθες σαρκί ὁ Θεός ἡμῶν· ἐκ νεκρῶν ἀνέστης πατήσας τόν θάνατον, ἀνελήφθης ἐν δόξῃ ὁ τά σύμπαντα πληρῶν καί ἀπέστειλας ἡμῖν Πνεῦμα θεῖον, τοῦ ἀνυμνεῖν καί δοξάζειν σου τήν θεότητα».Τό δοξαστικό περιλαμβάνει καί τά τῆς Ἀναλήψεως πού γιορτάζουμε ἀπόψε, ἀλλά καί τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Θά λέγαμε ὅτι λείπει ἀπό τό τροπάριο ἡ Δευτέρα Παρουσία.
Τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ αὐτό εἶναι. Ἔγινε ἄνθρωπος καί –ὅπως θέλησε ὁ Θεός– ἐμφανίσθηκε στόν κόσμο. Ἔζησε πρῶτα ἁπλῶς τήν ἀνθρώπινη ζωή, περιμένοντας νά μεγαλώσει κατ᾿ ἄνθρωπον καί ἐργαζόμενος κοντά στόν θετό πατέρα. Καί ἦρθε ἡ ὥρα νά διδάξει τό εὐαγγέλιο, ἡ διδαχή τοῦ ὁποίου εἶχε ὡς κατάληξη νά πάθει «ἐν σαρκί».
Δύο πράγματα ἰδιαίτερα νά τονίσουμε. Τό ἕνα εἶναι ὅτι ὁ Χριστός ἔκανε τά πάντα: Κατέβηκε ὡς Θεός καί ἔλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν Παναγία, ἀλλά τώρα ἀναλαμβάνεται στούς οὐρανούς, εἰσέρχεται στήν οὐράνια βασιλεία ὡς Θεάνθρωπος πλέον –ὄχι μόνο ὡς Θεός, ἀλλά καί ὡς ἄνθρωπος.
Καί ὅπως γνωρίζουμε αἰώνια θά εἶναι Θεάνθρωπος ὁ Κύριος. Αἰώνια, ὅλοι οἱ σεσωσμένοι θά βλέπουν τό ἔργο του –καθώς θά βλέπουν τά τρυπημένα χέρια του καί τά τρυπημένα πόδια του, τήν ὅλη ἀγάπη πού μᾶς ἔδειξε γιά νά μᾶς σώσει ἀπό τήν ἁμαρτία. Κι αὐτό θά εἶναι ἀκριβῶς ἐκεῖνο τό ὁποῖο θά θεώνει κάθε μέρα καί αἰωνίως τούς σεσωσμένους –τά πλάσματά του. Δέν θά ἔχει τέλος δηλαδή ἡ θέωση αὐτή.
Ἐνθυμοῦμαι ὅτι ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος –– δέν μποροῦσε νά διανοηθεῖ ὅτι στήν ἐποχή του –πού ἔζησε τόν δέκατο καί ἐνδέκατο αἰῶνα– ἦταν κάπως ἀλλιῶς τά πράγματα· ὄχι. (Καί μοῦ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση, καί κατά κάποιο τρόπο αὐτό τό βρίσκει κανείς ἰδιαίτερα στόν Ἅγιο Συμεών)
Ὅπως ἀκριβῶς ἦταν στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι ἀκριβῶς καί στά χρόνια του· τό πίστευε αὐτό πάρα πολύ ὁ ἅγιος χωρίς τήν παραμικρή ἐπιφύλαξη. Καθόλου δέν συμφωνοῦσε μέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν: κάποτε ἦταν ἄλλες ἐποχές, ἄλλα χρόνια, ἀλλιῶς ἦταν τά πράγματα, τώρα εἶναι ἀλλιῶς. Καί εἶμαι τῆς ταπεινῆς γνώμης ὅτι ὁ Θεός εἶδε καί ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές πού εἶχε ὁ Ἅγιος Συμεών –καί τήν ταπείνωση του καί τή μετάνοιά του καί τήν πίστη του– ἀλλά πρόσεξε ἰδιαίτερα αὐτό, ὅτι πίστευε ἀπόλυτα καί χωρίς τήν παραμικρή ἐπιφύλαξη ὅτι καί στή δική του ἐποχή τά πράγματα ἦταν ἔτσι, ὅπως ἦταν στήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ, καί ὅπως ἦταν στίς μετέπειτα ἐποχές τῶν ἁγίων.
Καί λαμβάνοντας ὑπ᾿ ὄψιν αὐτά, νομίζω ὅτι ἐμεῖς, ὅσοι εἴμαστε χριστιανοί, ὅσοι θέλουμε νά εἴμαστε, ἐπιβάλλεται νά πιστεύσουμε ἔτσι ἀκριβῶς, ὅπως ὁ ἅγιος Συμεών στή δική του ἐποχή καί ὅπως ὅλοι βέβαια οἱ ἅγιοι. Ἀκόμη κι ἄν πᾶμε στήν ἐκκλησία, ἀκόμη κι ἄν δείξουμε μιά κάποια, ἄς ποῦμε, συγκίνηση, μιά κάποια θερμότητα, καθόλου δέν θά ὠφεληθοῦμε ἄν, τρόπον τινά, τελικά τήν ὅλη ἀλήθεια τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ, τήν ὅλη οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ, τήν κρατήσουμε κάπως μακριά, μέ τήν δικαιολογία ὅτι κάποτε ἔγινε ὅ,τι ἔγινε· καί καθώς ἐμεῖς εἴμαστε τώρα μακρυά ἀπό τήν ἐποχή ἐκείνη, μένουμε μακριά.
Ἄν καί κατά τήν ταπεινή μου γνώμη, ἐκεῖνο πού μᾶς κρατάει μακριά δέν εἶναι ἁπλῶς ὅτι νά, πέρασαν πολλά χρόνια ἀπό τότε, πέρασαν αἰῶνες. Μπορεῖ νά φαίνεται ὅτι εἶναι αὐτό. Βαθύτερα ὑπάρχει ἕνα κάποιο ὅριο, πού πρέπει νά περάσουμε γιά νά εἴμαστε πραγματικά πιστοί, νά ἀκολουθήσουμε πραγματικά τόν Χριστό, καί δέν θέλουμε νά τό περάσουμε. Διότι ἄν δεχόμασταν τά τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀκριβῶς ἦταν τότε, στήν ἐποχή του καί ὅπως τά δεχόταν τόν δέκατο καί ἐνδέκατο αἰῶνα ὁ ἅγιος Συμεών, θά περνούσαμε αὐτό τό ὅριο.
Ἀπόψε, ἐπιβάλλεται νά πιστεύσουμε σάν νά ᾿ναι ὁ Κύριος μπροστά μας καί νά μᾶς δείχνει καί τήν ἀνθρώπινη φύση του καί τό ὅλο ἔργο του καί τά παθήματά του καί τήν Ἀνάστασή του καί τήν Ἀνάληψή του. Ὁ Κύριος λέει: «μείνατε ἐν ἐμοί, κἀγώ ἐν ὑμῖν». Καί ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης λέει ὅτι ὀφείλουμε νά τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος πού ἐκτελεῖ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ μένει ἐν τῷ Χριστῷ καί ὁ Χριστός ἐν αὐτῷ. Καί ἡ ἀπόδειξη ὅτι μένει μέσα μας ὁ Χριστός εἶναι ὅτι μᾶς ἔδωσε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Βλέπετε, ἔτσι πᾶνε αὐτά. Ἀνεβαίνουμε στόν οὐρανό μαζί μέ τόν Χριστό καί ἡ ἀπόδειξη ὅτι, πράγματι τόν πιστεύσαμε τόν Χριστό, πράγματι τόν ἀκολουθήσαμε, πράγματι ἀκούσαμε τόν λόγο του, πράγματι τηροῦμε τίς ἐντολές του, πράγματι πεθάναμε μαζί του ὡς πρός τήν ἁμαρτία καί ἀναστηθήκαμε μαζί του καί εἰσήλθαμε μαζί του –μέ τήν Ἀνάληψή του–εἰς τήν αἰώνια ζωή ἡ ἀπόδειξη εἶναι, ὅτι μᾶς δίδει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον.
Νά τό καταλάβουμε καλά οἱ χριστιανοί πού κακοσυνηθήσαμε καί τά πήραμε ἔτσι τυπικά τά πράγματα. Αὐτή εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι μένει μέσα μας ὁ Χριστός: ἄν ἔχουμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Καί μήν ἀρχίσουμε νά φέρνουμε δικαιολογίες διάφορες: ἄλλος θά πεῖ εἶναι ἀπόλυτα, ἄλλος θά πεῖ εἶναι αὐστηρά, ἄλλος θά πεῖ ἄνθρωποι εἴμαστε, θέλουμε νά ζήσουμε… Ἄς πεῖ βέβαια ὁ καθένας ὅ,τι θέλει, ἀλλά δέν μποροῦν νά σταθοῦν οὔτε δικαιολογίες οὔτε τάχα δυσκολίες, οὔτε τάχα δέν μποροῦμε.
Βαθύτερα δέν θέλεις νά περάσεις τό ὅριο ἐκεῖνο μετά ἀπό τό ὁποῖο πλέον ἀνήκεις στόν Θεό· σέ ἀναλαμβάνει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί σέ ὁδηγεῖ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί ζεῖς κατά Θεόν. Καί δέν περνοῦμε αὐτό τό ὅριο, πού ἐμεῖς βάλαμε καί μᾶς ἐμποδίζει, ἐπειδή θέλουμε νά κρατήσουμε τήν αὐτονομία μας. Αὐτός εἶναι ὁ θάνατος τῆς ψυχῆς. Δέν εἶναι δύσκολο ὅπως νομίζουμε ἤ ὅπως θέλουμε νά δικαιολογούμαστε. Ἄν θέλεις νά ἀκολουθήσεις τόν Χριστό, ἄν τόν πιστεύεις, ἄν τά πιστεύεις ὅλα αὐτά πού ἔκανε ὁ Χριστός, ἄν τηρεῖς τίς ἐντολές του, περνᾶς αὐτό τό ἐμπόδιο, χωρίς νά τό καταλάβεις. Οὔτε κἄν θά τό προσέξεις· θά πηδήξεις καί θά ἀκολουθήσεις τόν Χριστό.
Ὅσο κι ἄν φανεῖ παράδοξο, ἡ ἁμαρτία μας τώρα εἶναι ὅτι, δέν τά πιστεύουμε αὐτά ἔτσι ὥστε νά γίνουν βίωμα μέσα μας καί νά ἔχουμε αὐτή τήν πεποίθηση, ὅτι δηλαδή εἰσῆλθε ὁ Κύριος εἰς τούς οὐρανούς ἀναλαμβανόμενος, καί μεῖς μαζί.
Τί κάθεσαι καί μοιρολογεῖς ἄνθρωπε καί κλαῖς, καί σάν νά μήν ἔχει διέξοδα ἡ ζωή σου. Αὐτά εἶναι γιά τόν κόσμο. Γιά τούς χριστιανούς εἶναι ὅλα φανερά, ὅλα καθαρά, ὁ δρόμος εἶναι ἀνοιχτός. Ὁ Κύριος ἐβάδισε πρῶτος. Καί μετά, δέν μᾶς λέει ἁπλῶς ὅτι θά τόν βαδίσετε κι ἐσεῖς, ἀλλά ὅτι θά εἶναι μαζί μέ τόν καθένα μας, καθώς θά περνοῦμε ἀπό ὅλα, ἀπό ὅσα πέρασε ἐκεῖνος. Μαζί του θά ἀκούσουμε, θά ξανακούσουμε, καί καθώς ἑνώθηκε ἡ ἀνθρώπινη φύση καί ἡ θεία φύση στό πρόσωπό του, ἑνωμένοι μαζί του θά καταλάβουμε ὅλα τά τοῦ εὐαγγελίου, θά καταλάβουμε ὅλες τίς ἀλήθειες καί ὄντως θά πεθάνουμε ὡς πρός τήν ἁμαρτία –ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο– μαζί μ᾿ἐκεῖνον, καί θά ἀναστηθοῦμε καί θά ἀναληφθοῦμε εἰς τούς οὐρανούς.
Καί μένει τώρα ἕνα δεύτερο. Λέγαμε σήμερα καί μέ τούς φοιτητάς ὅτι –χριστιανοί ἐμεῖς πιστεύουμε στόν ἀληθινό Θεό, πού ἔγινε ἄνθρωπος, πού ἦρθε ἐδῶ στή γῆ καί μένει στή γῆ, καί ὄχι ἁπλῶς μένει ἐπειδή ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία, ἀλλά ἔχουμε τό Σῶμα του καί τό Αἷμά του καί ἔχουμε τά μυστήρια.
Χριστιανοί τώρα ἐμεῖς καί ἄραγε νιώθουμε αὐτή τή ζεστασιά πού δίνει ὁ Κύριος, αὐτό τό φῶς πού δίνει ὁ Κύριος; Νιώθουμε νά μᾶς μυεῖ στίς ἀλήθειες τοῦ εὐαγγελίου του, στίς ἀλήθειες πού εἶναι τό μυστήριο τῆς σωτηρίας; Νιώθουμε ἑνωμένοι μαζί του; Νιώθουμε νά τρέχουμε πίσω του; Νιώθουμε ὅτι εἶναι ἁμαρτωλή, ἁμαρτωλότατη ἡ ψυχή μας ὡς πρός ἡμᾶς, ἀλλά λαμπικαρισμένη ὅμως ἀπό τή χάρη του; Ἄν εἶναι πραγματικά μέσα μας ὁ Χριστός, συνεχῶς μεταμορφώνει τήν ψυχή μας, συνεχῶς τή θεώνει, συνεχῶς τήν κάνει νά εἶναι ἡ ψυχή μας Χριστός, καί ὄχι νά ᾿ναι ἁπλῶς καλή. Καί ἐμεῖς δέν τά νιώθουμε αὐτά τά πράγματα. Τί κάνουμε τότε; τί κάνουμε; Πῶς ἐπαναπαυόμαστε; Εἶναι φοβερό.
Φοβοῦμαι ὅτι ὅλο αὐτό τό πάρε-δῶσε –ἄν ἐπιτρέπεται νά πῶ– τῶν χριστιανῶν τῶν ἡμερῶν μας, τῶν καλῶν χριστιανῶν, τῶν χριστανῶν πού μπαίνουμε-βγαίνουμε στίς ἐκκλησίες, πού πιστεύουμε, πού ἀκοῦμε, πού προσπαθοῦμε καί νά ἐξομολογηθοῦμε καί νά κοινωνήσουμε καί νά ἐκκλησιαστοῦμε νά προσευχηθοῦμε, φοβοῦμαι ὅτι ὅλο αὐτό ἔγινε σάν μιά κρούστα γύρω ἀπό τήν ψυχή τους, πού δέν ἀφήνει νά πάει ἡ χάρις μέσα στήν ψυχή, νά ἁγιάσει τήν ψυχή, καί ἀπ᾿ ἔξω κανείς εἶναι καλός χριστιανός.
Θά ἔπρεπε νά νιώθουμε τό φῶς τοῦ Θεοῦ ἄπλετο, καί τίς ἀλήθειες τοῦ Θεοῦ νά μᾶς ἀγγίζουν, νά μᾶς μεταμορφώνουν, νά δημιουργοῦν καταστάσεις πού νά εἶναι οὐράνιες, νά εἶναι καταστάσεις πού ἀκριβῶς δημιουργεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἁπλῶς νά εἴμαστε καλοί ἄνθρωποι. Νά νιώθουμε τό φῶς, νά νιώθουμε αὐτή τή φωτιά, τή ζεστασιά, πού καίει τήν ἁμαρτία ἀπό τό ἕνα μέρος, καί ἀπό τό ἄλλο μέρος ζεσταίνει τήν ψυχή· καί νά ζοῦμε ὅλη ἐκείνη τή θεραπεία πού φέρνει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἁμαρτωλός κανείς, ἁμαρτωλότατος ἀπό τό ἕνα μέρος, ἀλλά συγχρόνως νά βλέπει ὅτι παίρνει ὁ Θεός –ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ– αὐτό τό ράκος καί τό λαμπικάρει.
Τώρα δέν εἶναι πρό Χριστοῦ ἐποχή. Ὁ οὐρανός ἄνοιξε μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γινόμαστε χριστιανοί, εἴμαστε βαπτισμένοι. Τώρα ὄχι ἁπλῶς νά ἔχουμε μιά ψηλή πίστη στόν Χριστό, ἀλλά ὀφείλουμε νά ζοῦμε ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό καί νά χριστοποιεῖται κανείς συνεχῶς, κάθε δευτερόλεπτο.
Ἀπόψε παρακαλῶ πού ἀκριβῶς εἴμαστε μέσα στόν ναό τοῦ Θεοῦ καί μέσα στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, λίγο νά προσπαθήσουμε νά πάρουμε σωστή στάση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Κι ἀμέσως κιόλας θά ἀρχίσει νά εἰσρέει, νά διαχέεται μέσα μας ὄντως ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά πού μπορεῖ νά δώσει ὁ Χριστός, εἶναι τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλά τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν κάνει ἄλλη ἐργασία παρά μορφώνει μέσα μας τόν Χριστό καί γι᾿ αὐτό λεγόμαστε χριστιανοί, ἀλλά νά εἴμαστε ἀληθινά χριστιανοί, χριστοποιημένοι, θεωμένοι.
Ὅσο περισσότερο τό νιώθεις αὐτό, ὅτι σέ θεώνει, σέ ἁγιάζει ὁ Θεός, σέ συγχωράει, σέ ἀνέλαβε, καί σέ ὁδηγεῖ στήν αἰώνια βασιλεία του, τόσο πιό πολύ νιώθεις ὅτι εἶσαι πάρα πολύ ἁμαρτωλός, μά πολύ ἁμαρτωλός καί τό καταλαβαίνεις μόνο μέ τήν πίστη, ὅτι εἶναι σπλαγχνικός ὁ Θεός, φιλάνθρωπος ὁ Θεός, ὅλος ἀγάπη ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος συγκαταβαίνει καί περιμαζεύει αὐτό τό πλάσμα, τό ὁποῖο ἀλλιῶς θά χανόταν. Εἴθε ὁ Κύριος νά μᾶς ἐλεήσει ὅλους!
12/13-6-2002
πηγή κειμένου : agia-triada-panorama.gr