Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
[Υπομνηματισμός των εδαφίων: Ματθ. 25, 1-13]
«Τότε ὁμοιωθήσεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας αὐτῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου (: Τότε, όταν δηλαδή έλθει ο Μεσσίας κατά τη δευτέρα Του παρουσία, η έλευση αυτής της ουράνιας βασιλείας Του και όσα θα συμβούν τότε, θα μοιάζουν με ό,τι έγινε σε δέκα παρθένες. Αυτές λοιπόν, αφού πήραν τα λυχνάρια τους, βγήκαν να υποδεχτούν τον γαμπρό, που θα ερχόταν τη νύχτα να παραλάβει τη νύφη)». πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραί (: πέντε όμως απ’ αυτές ήταν φρόνιμες και μυαλωμένες, ενώ οι πέντε άλλες ήταν ασυλλόγιστες και ανόητες), αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ᾿ ἑαυτῶν ἔλαιον (: και οι ανόητες αυτές, όταν πήραν τα λυχνάρια τους, δεν πήραν μαζί τους και λάδι)· αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν (: οι φρόνιμες όμως μαζί με τα αναμμένα λυχνάρια τους πήραν και λάδι στα ειδικά δοχεία τους)». Χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον (: επειδή όμως αργούσε τη νύχτα να έλθει ο γαμπρός, νύσταξαν όλες και κοιμούνταν)» [Ματθ. 25, 1-5].
Οι παραβολές αυτές μοιάζουν με την προηγούμενη, την παραβολή του έμπιστου δούλου και του αχάριστου, ο οποίος κατέφαγε την περιουσία του δεσπότη. Διότι τέσσερεις είναι όλες οι παραβολές, που μας προτρέπουν για τα ίδια πράγματα με τρόπο διαφορετικό. εννοώ δηλαδή τη φροντίδα της ελεημοσύνης και της ωφέλειας του πλησίον με κάθε πρόσφορο μέσο και τρόπο που μπορούμε να μετέλθουμε, διότι δεν είναι δυνατό να σωθούμε με άλλο τρόπο.
Στην παραβολή των ταλάντων ομιλεί γενικότερα για κάθε ωφέλεια που πρέπει να επιδιώκουμε προς τον πλησίον. Στην παραβολή όμως των παρθένων μιλάει ειδικά για την ελεημοσύνη, η οποία γίνεται με χρήματα, και μάλιστα με περισσότερη έμφαση από ό,τι η προηγούμενη παραβολή του πιστού και του κακού και αχάριστου δούλου. Διότι σε εκείνη μεν τιμωρεί εκείνον που κτυπά και μεθά και σκορπίζει και σπαταλά την περιουσία του δεσπότη του, ενώ εδώ τιμωρεί και εκείνον ο οποίος δεν ωφελεί, ούτε δίνει με αφθονία στους φτωχούς όσα έχει· διότι οι ασύνετες παρθένες είχαν λάδι, αλλά όχι άφθονο και γι΄ αυτό τιμωρούνται.
Για ποιο λόγο όμως παρουσιάζει την παραβολή αυτή υπό το πρόσωπο των παρθένων και δεν υπονοείται απλώς οποιοδήποτε πρόσωπο; Είχε εξάρει πολύ την παρθενία όταν είπε «εἰσὶ γὰρ εὐνοῦχοι οἵτινες ἐκ κοιλίας μητρὸς ἐγεννήθησαν οὕτω. καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνουχίσθησαν ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνούχισαν ἑαυτοὺς διὰ τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω (: λέω ότι μόνον εκείνοι εγκολπώνονται τον λόγο όσοι έλαβαν την αγαμία ως χάρισμα, διότι υπάρχουν ευνούχοι που γεννήθηκαν έτσι από την κοιλιά της μητέρας τους, και συνεπώς είναι από τη φύση τους ανίκανοι να έλθουν σε γάμο˙ και υπάρχουν ευνούχοι που ευνουχίστηκαν απ΄ τους ανθρώπους και έγιναν απ’ τους ανθρώπους ανίκανοι για γάμο˙ και είναι άλλοι ευνούχοι, που με τον σωφρονισμένο λογισμό επιβλήθηκαν στον εαυτό τους και ευνούχισαν τον εαυτό τους με αυτοπροαίρετη αποχή απ’ τον γάμο και αυστηρή εγκράτεια. Αυτοί παραμένουν άγαμοι και παρθένοι, για να εργασθούν χωρίς κανένα περισπασμό για τη βασιλεία των ουρανών και για να την κερδίσουν ευκολότερα. Όποιος μπορεί να νιώσει και να βάλει σε εφαρμογή τον λόγο αυτό, ας τον νιώσει και ας τον εφαρμόσει)» [Ματθ. 19,12].
Γνώριζε εξάλλου και πολλούς από τους ανθρώπους οι οποίοι είχαν μεγάλη ιδέα γι’ αυτήν. Και είναι εκ φύσεως το πράγμα σπουδαίο και αποδεικνύεται και εκ του ότι ούτε στην Παλαιά Διαθήκη επιβλήθηκε ως νόμος υποχρεωτικός. Διότι δεν το διέταξε, αλλά το άφησε στην προαίρεση των ακροατών Του. Γι΄ αυτό και ο Παύλος λέει «Περὶ δὲ τῶν παρθένων ἐπιταγὴν Κυρίου οὐχ ἔχω, γνώμην δὲ δίδωμι ὡς ἠλεημένος ὑπὸ Κυρίου πιστὸς εἶναι (: όσο τώρα για τα ανύπαντρα κορίτσια δεν έχω εντολή ρητή του Κυρίου· δίνω όμως γνώμη ως άνθρωπος που έχω ελεηθεί από τον Κύριο, προκειμένου να είμαι δάσκαλός σας και σύμβουλος άξιος της εμπιστοσύνης σας)» [Α΄ Κορ. 7, 25]. «Επαινώ βεβαίως εκείνον που την κατορθώνει την παρθενία, αλλά δεν εξαναγκάζω εκείνον που δεν θέλει, ούτε κάνω τούτο το πράγμα διαταγή».
Επειδή λοιπόν και το πράγμα αυτό ήταν σπουδαίο, αλλά και θαυμαζόταν πολύ από τους περισσότερους, για να μην επαναπαύεται όποιος το κατορθώνει αυτό, με την εντύπωση ότι έχει κατορθώσει το παν και παραμελεί τα υπόλοιπα, αναφέρει αυτή την παραβολή, η οποία είναι αρκετή να πείσει ότι η παρθενία, και αν ακόμα έχει όλα τα άλλα, αν δεν κοσμείται με τα καλά έργα της ελεημοσύνης, απορρίπτεται μαζί με τους πόρνους, και τοποθετεί τον απάνθρωπο και ανελεήμονα μαζί με αυτούς.
Και πολύ ορθώς διότι ο μεν πόρνος νικήθηκε από τον έρωτα των σωμάτων, ο δε παρθένος από τον έρωτα των χρημάτων. Και δεν είναι ίσος ο έρωτας του σώματος και ο έρωτας των χρημάτων, αλλά ο έρωτας των σωμάτων είναι ισχυρότερος και κατά πολύ τυραννικότερος. Όσο λοιπόν πιο αδύνατος είναι ο ανταγωνιστής, τόσο πιο ασυγχώρητοι είναι εκείνοι που νικήθηκαν. Γι΄ αυτό και τις αποκαλεί «μωρές», δηλαδή ασύνετες τις παρθένες εκείνες που δεν είχαν προνοήσει από την επίγεια ζωή τους να κάνουν ενάρετες πράξεις φιλανθρωπίας, διότι ενώ άντεξαν στο μεγαλύτερο πόνο, πρόδωσαν τα πάντα εξαιτίας του μικρότερου, της αποστέρησης δηλαδή των χρημάτων τους για να τα δώσουν στους φτωχούς και ανήμπορους που έβλεπαν δίπλα τους όσο ζούσαν. Και «λαμπάδες (: λυχνάρια)» εδώ ονομάζει το χάρισμα της παρθενίας, την καθαρότητα της αγιοσύνης, και «λάδι» την φιλανθρωπία, την ελεημοσύνη, την βοήθεια προς τους φτωχούς.
«Χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον (: επειδή όμως αργούσε τη νύχτα να έλθει ο γαμπρός, νύσταξαν όλες και κοιμούνταν)». Με αυτά τα λόγια δείχνει πάλι ότι δεν θα είναι μικρό το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί, για να αποτρέψει τους μαθητές από το να αναμένουν να φανεί η βασιλεία Του αμέσως· διότι αυτό έλπιζαν. Για τον λόγο αυτόν και συνεχώς τους συγκρατεί και τους απομακρύνει από αυτήν την ελπίδα. Μετά επίσης από αυτό, φανερώνει και τούτο, ότι ο θάνατος είναι ύπνος· διότι λέγει ότι «ἐκάθευδον (: κοιμούνταν)».
«Μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ (: κατά τα μεσάνυχτα όμως ακούστηκε φωνή μεγάλη: ‘’Ιδού, ο γαμπρός έρχεται˙ βγείτε να τον προϋπαντήσετε’’)» [Ματθ. 23, 6]. Εδώ ή παρέμεινε στην παραβολή, ή πάλι θέλει να δείξει ότι η ανάσταση θα γίνει κατά τη διάρκεια της νύχτας. Την κραυγή μάλιστα την αναφέρει και ο Παύλος, όταν λέγει: «αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ᾿ οὐρανοῦ (: ο ίδιος ο Κύριος με πρόσταγμα, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού θα κατεβεί από τον ουρανό)» [Α΄ Θεσ. 4,16]. Και τι χρειάζονται οι σάλπιγγες; Τι λέει η κραυγή; «ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ (: Ιδού, ο γαμπρός έρχεται˙ βγείτε να τον προϋπαντήσετε’’). Τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκόσμησαν τὰς λαμπάδας αὐτῶν (: Τότε σηκώθηκαν όλες οι παρθένες εκείνες και ετοίμασαν και τακτοποίησαν τα λυχνάρια τους)».
«Αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται (: οι ανόητες όμως είπαν στις φρόνιμες: ‘’Δώστε μας από το λάδι σας, διότι τα λυχνάρια μας σβήνουν’’). Πάλι τις αποκαλεί «μωράς (: ανόητες)», για να δείξει ότι τίποτε δεν είναι περισσότερο ανόητο από εκείνους οι οποίοι αποκτούν περιουσίες εδώ, θησαυρίζουν εδώ και φεύγουν γυμνοί στην άλλη ζωή, όπου κατεξοχήν μας χρειάζεται φιλανθρωπία και πολύ λάδι ευσπλαχνίας που να είχαμε δείξει στους συνανθρώπους μας όσο βρισκόμασταν στην επίγεια ζωή μας. Και δεν είναι μόνο για αυτό ανόητες αλλά και για το ότι περίμεναν ότι θα λάβουν λάδι από εκεί, και ότι δεν το ζήτησαν στον καιρό που έπρεπε. Αν και τίποτε δεν ήταν περισσότερο φιλάνθρωπο από εκείνες τις συνετές παρθένους, οι οποίες γι’ αυτό ακριβώς διακρίθηκαν.
Και δεν ζητούν όλο το λάδι, διότι λένε: «δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν (: Δώστε μας μέρος από το λάδι σας)», για να φανερώσει τη μεγάλη τους ανάγκη: «ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται (: διότι τα λυχνάριά μας σβήνουν)», λένε. Αλλά και έτσι απέτυχαν. Και ούτε η φιλανθρωπία εκείνων από τις οποίες ζήτησαν, ούτε το ότι ήταν εύκολη η ικανοποίηση των αιτημάτων τους, ούτε η άμεση ανάγκη και η χρησιμότητα αυτού του οποίου ζητούσαν συνετέλεσαν στο να πετύχουν ώστε να ικανοποιηθεί το αίτημά τους αυτό.
Τι διδασκόμαστε λοιπόν από αυτό; Ότι εκεί κανείς από εμάς οι οποίοι προδοθήκαμε από τα έργα μας, δεν θα μπορέσουμε να σταθούμε με παρρησία ενώπιον του Θεού. Όχι διότι δεν θέλει, αλλά επειδή δεν μπορεί. Διότι και οι συνετές παρθένοι επικαλούνται την αδυναμία ικανοποίησης του αιτήματος των ανοήτων. Την αδυναμία αυτή επικαλέστηκε και ο μακάριος Αβραάμ όταν είπε ότι «ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν (: κι εκτός απ’ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σας μεγάλο χάσμα, ώστε πολλοί που θέλουν να διαβούν από εδώ σε σας να μην μπορούν, αλλά ούτε κι όσοι είναι από εκεί να μπορούν να περάσουν απέναντι σε μας)» [Λουκά 16, 26].
«μήποτε οὐκ ἀρκέσει ἡμῖν καὶ ὑμῖν· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς (: αλλά οι φρόνιμες αποκρίθηκαν: ‘’Δεν μπορούμε να σας δώσουμε, διότι υπάρχει φόβος να μη φθάσει το λάδι και για μας και για σας. Πηγαίνετε καλύτερα σε εκείνους που πουλούν και αγοράστε για τα λυχνάρια σας’’)». Και ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι πωλούν; Οι φτωχοί. Και πού βρίσκονται αυτοί; Εδώ. Έπρεπε λοιπόν να ζητήσουν το λάδι αυτό τότε, κατά την επίγεια ζωή τους, όχι την ώρα εκείνη.
Βλέπεις πόσο μεγάλη πρέπει να είναι η φροντίδα μας για τους φτωχούς; Και αν καταργήσεις αυτούς και καθόλου δεν τους δίνεις σημασία για να τους βοηθήσεις όσο ζεις, κατάργησες τη μεγαλύτερη ελπίδα της σωτηρίας σου. Γι’ αυτό πρέπει να αποθηκεύουμε «λάδι» έργων φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης, για να μας φανεί χρήσιμο όταν μας καλέσει η ώρα. Διότι ο καιρός της συλλογής δεν είναι εκείνος, αλλά αυτός εδώ. Μην καταναλώνεις λοιπόν άδικα αυτά που έχεις εδώ σε απολαύσεις και ματαιοδοξίες· διότι τότε θα έχεις μεγάλη ανάγκη από πολύ από αυτό το «λάδι».
Όταν άκουσαν αυτά οι ανόητες παρθένοι αναχώρησαν, αλλά τίποτα δεν αγόρασαν. Και το λέγει αυτό ο Κύριος ή για να συνεχίσει την παραβολή και να την ολοκληρώσει, ή για να δείξει με αυτά, ότι ακόμα και αν γίνουμε φιλάνθρωποι μετά τον θάνατό μας, δεν θα κερδίσουμε τίποτα από αυτό ώστε να διαφύγουμε. Άρα ούτε σε αυτές υπήρξε αρκετή η προθυμία, διότι δεν πήγαν εδώ, στην επίγεια ζωή, προς εκείνους οι οποίοι πουλούσαν, αλλά εκεί, στην ουράνια μετά από τον θάνατό τους, ούτε στον πλούσιο, όταν έγινε τόσο φιλάνθρωπος μετά τον θάνατό του, ώστε να φροντίζει και για τους οικείους του να μην πάθουν τα ίδια με την ασπλαχνία που επίσης επιδείκνυαν απέναντι στους φτωχούς.
Διότι εκείνος που περιφρονούσε εκείνον που βρισκόταν πάμφτωχος και εξαθλιωμένος μπροστά στην πύλη του σπιτιού του, βιάζεται να γλυτώσει από τους κινδύνους και την γέενα του πυρός, αυτούς, που ούτε καν βλέπει πλέον, και παρακαλεί να σταλούν μερικοί για να τους γνωστοποιήσουν αυτά [βλ. Λουκά 16, 27-28: «εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου (: είπε πάλι ο πλούσιος: ‘’Αφού κάθε άνθρωπος που έμεινε αμετανόητος στην επίγεια ζωή του, μετά τον θάνατό του δεν έχει πλέον καμία ελπίδα, σε παρακαλώ λοιπόν, πάτερ Αβραάμ, στείλε τον Λάζαρο στο σπίτι του πατέρα μου, διότι έχω πέντε αδελφούς. Στείλε τον να τους βεβαιώσει ως αυτόπτης μάρτυρας για όσα συμβαίνουν εδώ, για να μην έλθουν κι αυτοί στον τόπο αυτόν της τιμωρίας και των βασάνων που βρίσκομαι εγώ)»].
Αλλά όμως τίποτε και αυτός δεν κέρδισε με αυτό το αίτημά του, όπως άλλωστε ούτε και εκείνες οι «μωρές» παρθένες. Διότι μόλις αναχώρησαν όταν άκουσαν αυτά, ήρθε ο νυμφίος· και οι μεν έτοιμες παρθένες εισήλθαν μαζί Του, ενώ αυτές αποκλείστηκαν: «ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα (: όταν όμως αυτές πήγαιναν να αγοράσουν, ήλθε ο γαμπρός. Και έτσι οι συνετές παρθένες μπήκαν μαζί του στην αίθουσα του γάμου κι έκλεισε η θύρα). ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν (: ύστερα όμως φθάνουν και οι υπόλοιπες παρθένες και άρχισαν να λένε: ‘’Κύριε, κύριε, άνοιξέ μας’’). ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς (: Αυτός όμως τους αποκρίθηκε: ‘’Αληθινά σας λέω, δεν σας γνωρίζω’’)».
Μετά από τόσους κόπους, μετά από άπειρους ιδρώτες και μετά από την ανυπόφορη εκείνη προσπάθεια και τα τρόπαια, τα οποία ύψωσαν εναντίον της μανιασμένης φύσεως τους, καταντροπιασμένες και με σβησμένες τις λαμπάδες, αναχώρησαν με σκυμμένο το κεφάλι. Διότι δεν υπάρχει τίποτε πιο σκοτεινό από την παρθενία που δεν συνοδεύεται από ελεημοσύνη. Έτσι και οι περισσότεροι συνηθίζουν να ονομάζουν τους άσπλαχνους και ανελεήμονες ανθρώπους, «σκοτεινούς».
Πού είναι λοιπόν το όφελος της παρθενίας, αφού ούτε τον νυμφίο είδαν, ούτε και όταν έκρουσαν την θύρα ωφελήθηκαν, αλλά άκουσαν την φοβερή εκείνη απάντηση «Φύγετε, δεν σας γνωρίζω»; Και όταν ο Κύριος λέγει αυτό, δεν απομένει τίποτα άλλο παρά μόνο γέενα του πυρός και ανυπόφορη κόλαση. Η απάντηση αυτή βέβαια είναι χειρότερη και από την γέενα του πυρός. Και την απάντηση αυτή την έδωσε και για εκείνους που εργάζονται την ανομία.
«Γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται (: το συμπέρασμα λοιπόν της παραβολής είναι ότι πρέπει να είστε προνοητικοί, με την ψυχή σας πάντοτε να λάμπει από το φως της αρετής και εφοδιασμένοι με το λάδι της εσωτερικής θερμότητας και δυνάμεως. Αυτό θα σας το προμηθεύει η σταθερή επικοινωνία σας με τον Θεό. Κι έτσι να περιμένετε τον ερχομό του υιού του ανθρώπου του Νυμφίου της Εκκλησίας Χριστού, άγρυπνοι και έτοιμοι πάντοτε. Διότι δεν ξέρετε την ημέρα, ούτε την ώρα που θα έλθει, για να εισέλθετε μαζί Του στην ευφροσύνη, την ευτυχία και τη χαρά των γάμων Του)» [Ματθ. 25, 13]. Βλέπεις ότι συνεχώς το επαναλαμβάνει για να δείξει ότι είναι ωφέλιμη η άγνοια της εξόδου από την εδώ ζωή;
Πού είναι λοιπόν εκείνοι που σε όλη τους την ζωή είναι ράθυμοι, και όταν κατηγορούνται από εμάς, λέγουν ότι «στον καιρό του θανάτου θα τα αφήσω τα υπάρχοντά μου στους φτωχούς»; Ας ακούσουμε τα λόγια αυτά και ας διορθωθούμε. Διότι και σε εκείνη την ώρα πολλοί έπεσαν έξω, αφού αρπάχτηκαν αιφνιδιαστικά και πέθαναν απροσδόκητα και δεν είχαν την ευκαιρία ούτε για τους οικείους τους να σκεφτούν αυτά που ήθελαν.
Αυτή μεν λοιπόν η παραβολή ειπώθηκε για την ελεημοσύνη με χρήματα. Η άλλη όμως μετά από αυτήν, η παραβολή δηλαδή των ταλάντων, ειπώθηκε προς εκείνους οι οποίοι όχι μόνο δεν θέλουν να ωφελήσουν τους πλησίον με χρήματα ή με λόγο ή με προστασία ή με οτιδήποτε άλλο, αλλά και αποκρύπτουν τα πάντα. Και γιατί τέλος πάντων η παραβολή των ταλάντων αναφέρει βασιλέα, ενώ εκείνη νυμφίο; Για να μάθεις πόσο φιλικά διάκειται ο Χριστός προς τους παρθένους, οι οποίοι απαρνούνται τα υπάρχοντά τους και Τον ακολουθούν· αυτό άλλωστε είναι και παρθενία. Γι΄ αυτό και ο Παύλος ορίζει την εξής προϋπόθεση αυτής: «Θέλω δὲ ὑμᾶς ἀμερίμνους εἶναι. ὁ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ Κυρίου, πῶς ἀρέσει τῷ Κυρίῳ (: θέλω λοιπόν να είστε αμέριμνοι από φροντίδες που ζαλίζουν και σας ρίχνουν σε μεγάλη ανησυχία. Ο άγαμος στρέφει όλη την προσοχή και τη φροντίδα του σε όσα παραγγέλλει ο Κύριος· φροντίζει πολύ πώς να αρέσει στον Κύριο)» [Α΄ Κορ. 7. 32]· και: «Τοῦτο δὲ πρὸς τὸ ὑμῶν αὐτῶν συμφέρον λέγω, οὐχ ἵνα βρόχον ὑμῖν ἐπιβάλω, ἀλλὰ πρὸς τὸ εὔσχημον καὶ εὐπάρεδρον τῷ Κυρίῳ ἀπερισπάστως (: λέω λοιπόν αυτά σχετικά με την αγαμία, μόνο και μόνο για το συμφέρον σας. Όχι για να σας βάλω θηλιά στο λαιμό και να σας εξαναγκάσω να μείνετε άγαμοι, αλλά για να εξασφαλίσω μία συμπεριφορά σεμνή και μία θέση τιμημένη κοντά στον Κύριο, χωρίς περισπασμούς και βασανιστικές βιοτικές φροντίδες)» [Α΄ Κορ. 7, 35]. «Αυτά σας συμβουλεύουμε», λέγει.
Πηγή ηλεκτρονικού κειμένου : alopsis.gr