Ομιλία μετά το Πάσχα και περί Παραδείσου

Η παρούσα ομιλία, την οποία εκφώνησε ο μακαριστός γέροντας Εφραίμ Φιλοθείτης στην Ιερά Μονή Φιλοθέου, μεταφέρθηκε εδώ μετά από αποθόρυβοποίηση της πρωτότυπης ηχογράφησης και πλήρη απομαγνητοφώνηση του λόγου.

 

Απομαγνητοφωνημένο Κείμενο Ομιλίας

Ομιλία μετά το Πάσχα και περί Παραδείσου. Έγινε στην Ιερά Μονή Φιλοθέου.

Σ’ αυτήν εδώ την ομιλία μας, θα ήθελα να πω λίγα λόγια αναστάσιμα. Λίγα λόγια από την χαρά του Αγίου Πάσχα. Εάν εδώ κάτω στη γη, αυτή τη μεγάλη εορτή, που ο κάθε Χριστιανός νιώθει μια ιδιαίτερη, μπορώ να πω, χαρά μες στην ψυχή του. Εν συγκρίσει βέβαια προς την χαρά εκείνη του άλλου κόσμου, είναι βέβαια ασήμαντη, αλλά ωστόσο είναι κάτι που παρηγορεί την ψυχή. Την κάνει να νιώθει χαρούμενη, ευχάριστη. Να πλησιάζει κατά κάποιον τρόπο τον Χριστό σ’ αυτήν την εορτή περισσότερο. Ας έρθουμε τώρα στην περικοπή του Ευαγγελίου που αναγιγνώσκεται το Μεγάλο Σαββάτο και στην Ανάσταση. Λέγει εκεί ο Ευαγγελιστής ότι η Παναγία μας και η Μαρία η Μαγδαληνή ήρθαν πολύ πρωί στον τάφο του Κυρίου. Για να δούνε εκεί το Πανάγιο Σώμα του Χριστού Και να κάνουν ό,τι τους υπαγόρευε η μεγάλη τους αγάπη. Αμέσως έγινε ένας πολύ μεγάλος σεισμός και άγγελος εξ ουρανού κατέβηκε και παραμέρισε τον λίθο από την θύρα του μνημείου και κάθισε επάνω. Στρέφεται ο άγγελος προς τις δύο γυναίκες και τις λέει ότι “Γνωρίζω ότι ζητείτε τον Εσταυρωμένο, τον Ιησού, τον Σωτήρα, Τον Θεάνθρωπον. Αλλά όπως βλέπετε εδώ στον τάφο δεν υπάρχει. Ἀναστήθηκε. Και πηγαίνετε αμέσως να πείτε τους αποστόλους, τους μαθητάς ότι ο Κύριος αναστήθηκε και ότι θα τον δούνε εις το όρος της Γαλιλαίας.” Αυτές τις κατέλαβε τρόμος και έκστασης και αμέσως ξεκίνησαν με πολύ ταχύτητα, για να μεταφέρουν αυτό το μέγα, χαρμόσυνο γεγονός εις τους Αποστόλους, να χαρούν και εκείνοι που ήταν τόσον πολύ φοβισμένοι και κλεισμένοι διά τον φόβον των Ιουδαίων, στο σπίτι που παρέμειναν. Εκεί που ξεκίνησαν, τις συναντά ο Χριστός, και τις λέγει «χαίρετε, μη φοβάστε. Μόνο πηγαίνετε και πείτε τους αδελφούς μου εκεί ότι θα με δούνε εις τη Γαλιλαία.» Αυτές μόλις είδαν μπροστά τους τον Χριστό, την αγάπη τους, τον έρωτα τους τον πνευματικό, έπεσαν κάτω, τον προσκύνησαν και του έπιασαν τα πόδια. Ποιος μπορεί να ερμηνεύσει τα συναισθήματα εκείνης της ώρας στις ψυχές αυτών των δύο αγίων γυναικών; Δεν απίστησαν καθόλου, καθώς οι απόστολοι, όταν Τον είδαν για πρώτη φορά που τους φανερώθηκε, τον είδαν, χαρήκανε. Με τη μόνη διαφορά μέσα τους είχανε δυσπιστία. Ενώ οι γυναίκες αυτές, καθόλου δεν απίστησαν, αλλά αμέσως εκδήλωσαν τον έρωτά τους στο Χριστό, αρπάζοντας τα πόδια και τα έσφιξαν στην αγκαλιά τους. Και μάλλον δεν θα μπόρεσαν να μιλήσουν καν, διότι έμειναν κεραυνόπληκτες. Τέτοια περίπου χαρά δίνει ο Χριστός μας στις ημέρες αυτές της Αναστάσεως, στις ψυχές εκείνες που κατά κάποιον τρόπο έχουν καθαρθεί στις αισθήσεις τις ψυχικές από την αμαρτία. «Καθαρθώμεν τάς αισθήσεις, καί οψόμεθα, τώ απροσίτω φωτί τής αναστάσεως». Το Άγιον Πάσχα εδώ κάτω στον κόσμον αυτόν, το γιορτάζουμε για πολύ λίγο χρόνο. Τελειώνει η χαρά αυτή και πάλι μας διαδέχονται οι θλίψεις, οι στενοχώριες, οι πειρασμοί και τόσα άλλα. Αλλά επάνω εις τον άλλον κόσμο το Πάσχα θα είναι αιώνιον. Χωρίς τέρμα, χωρίς βασίλευμα ποτέ εις τους αιώνας των αιώνων. Όταν ο Χριστός μας θα έρθει να κρίνει τον κόσμο και αφού καθίσει επί θρόνου δόξης και ξεχωρίσει τους μεν από τους δέ. Τους δικαίους από τους αμαρτωλούς. Και όταν βάλει την τελικήν απόφαση. Οι μεν να ανέβουν στον ουρανό. Οι δε να κατέβουνε εις τον άδη. Τελικώς και ριζικός. Αμέσως θα ακολουθήσει η επιστροφή του Χριστού, των Αγίων Αγγέλων και των Αγίων προς τα άνω. Και όταν θα προπορεύεται ο Ιησούς μας και θα ακολουθούν όλες οι ψυχές, όλοι οι Άγγελοι. Όλοι μαζί θα κροτούν το Αιώνιο Πάσχα. Ανεβαίνοντας προς τα πάνω, θα ψάλλουν τα επινίκια της Αναστάσεως. «Πάσχα κροτούντες αιώνιον»! Όλων των ψυχών τα πρόσωπα, η όλη ύπαρξής των θα είναι τόσον φωτεινή, όπως θα ναι κι ο Χριστός. Μέσα σ’ Εκείνο το Θεϊκό και Αναστάσιμο Φως θα ανεβαίνουν προς κατάληψη του Παραδείσου, της Βασιλείας των Ουρανών, της Άνω Ιερουσαλήμ. “Ἀναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν Λαοί, Πάσχα Κυρίου, Πάσχα·” Και με τα επινίκια εκεί που θα ψάλλουν, που θα παίζουν, που θα κροτούν, όπως ο Θεός έχει τακτοποιήσει το πράγμα. Όπως έχει καταστήσει την πνευματική χορωδία. Με μια ασύλληπτον πανήγυριν θα ανεβαίνουν όλοι μαζί για να δούνε οι ψυχές για πρώτη φορά το τι έχει ετοιμάσει ο Θεός γι αυτούς που νίκησαν τον κόσμο με τη χάρη Του. Και όπως μας έχουν διδάξει, πληροφορήσει οι Μεγάλοι Πατέρες μιλώντας για αυτήν την κατάσταση, ότι ο Χριστός μας θα καθίσει επί θρόνου δόξης και θα προσέρχεται κάθε τάγμα αγίων να παίρνει τον ανάλογο μισθό, στέφανο και τόκο μέσα στον παράδεισο. Και όταν οι άγιες ψυχές θα βλέπουν εκείνη την ομορφιά, εκείνο το κάλος, εκείνον τον πλούτο της σοφίας του Θεού, να τους αποκαλύπτεται, να τον βλέπουν, να τον καταλαμβάνουν, να τον κερδίζουν, σαν κάτι δικό τους, για να ζήσουν αιώνια και ατελεύτητα πλέον. Θα μένουν τόσο έκπληκτες οι ψυχές, που δεν θα μπορούν να ερμηνεύσουν με λόγια, με σκέψεις το τί έχει ο Θεός ετοίμασε. Πόσο δε θα λένε μέσα τους ότι “Τι προσφέραμε στο Θεό; Τι κάναμε εμείς; Στον κόσμο αμαρτήσαμε τόσο πολύ, τόσο τον είχαμε λυπήσει τον Θεό, τόσο τον είχαμε πικράνει. Κι Αυτός, αντί για τιμωρία, μας δίνει αυτόν εδώ τον παράδεισο.” Και από τον καιρό εκείνο και κατόπιν, ποτέ δε θα λήξει για αυτές τις ψυχές το Άγιον Πάσχα της Θείας Αναστάσεως. Χαρά ανερμήνευτος. Χαρά ανείπωτη. Ούτε θλίψis, ούτε στενοχώρια, ούτε δάκρυα, ούτε πόνος, ούτε αγώνας. Απολύτως τίποτε δεν θα υπάρξει το θλιβερό σ’ εκείνη τη μακαριά ζωή. Εξασφαλίζεται μια για πάντα η σωτηρία. Εκεί επάνω θα γίνονται οι πανηγύρεις, με την χαράν του Ουρανού. Ο Χριστός θα είναι το φως, το πρόσωπόν Του. Θα είναι το φως εκείνο που θα φωτίσει όλον εκείνο τον πνευματικό κόσμο. Όπως μας λέγουν οι Πατέρες, ότι και μόνον η θεωρία του θείου προσώπου δεν αντιμετριται με χίλιους παραδείσους. Γι’ αυτό κάθε ψυχή εδώ κάτω στον κόσμο που νιώθει την αγάπη του Θεού, δεν ζητεί τίποτε άλλο παρά μόνον να αξιωθεί να δει το πρόσωπον του Χριστού. Ας προσπαθήσουμε να καθαρίσουμε τάς ψυχικάς αισθήσεις μας. Να προσπαθήσουμε δια της νήψεως να μην τας μολύνουμε για να μπορέσουμε χάριτι Θεού να ιδούμε μες στην καρδιά μας αυτό το φως της θείας Αναστάσεως. Δεν είναι δυνατόν ο άνθρωπος που υποχωρεί στους κακούς λογισμούς και αισθάνεται όχι καλά μέσα του, θα μπορέσει να ιδεί αυτό το φως της Ιεράς Αναστάσεως του Χριστού. Οι θλίψεις σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, εν συγκρίσει με την ανταμοιβή των χρόνων στον άλλο κόσμο, δεν είναι απολύτως τίποτα. Ασήμαντες. Διότι είναι πρόσκαιρες. Ολιγοχρόνιες. Φεύγουμε από τούτον τον κόσμο και πηγαίνουμε στον άλλον. Μας φαίνονται πολλάκις πολύ βαριές, ασήκωτες και ατέλειωτες. Αυτό φανερώνει την ανθρώπινη αδυναμία, αλλά και του διαβόλου τη δουλειά, ο οποίος μας παρουσιάζει πολύ διαφορετικά τα πράγματα, για να μας οδηγήσει ασφαλώς στην απελπισία και στην απόγνωση, ότι δεν θα τελειώσουν ποτέ τα βάσανα. Κι όμως, τελειώνουν. Πολλές φορές τελειώνουν μέσα σε στιγμές χρόνου. Και αμέσως, με το κλείσιμο των ματιών μας, ανοίγεται μπροστά μας η θεωρεία, η πραγματικότης του πνευματικού κόσμου. Και εκεί που βλέπαμε ανθρώπους, αμέσως, για μια στιγμή, βλέπουμε πνεύματα, είτε φωτεινά είτε σκοτεινά, είτε αγγέλους είτε δαίμονες. Ο θάνατος είναι το γεφύρι που μεταφέρει τον άνθρωπο από τούτον τον κόσμο προς τον άλλον. Μόλις κλείσουν τα μάτια της σαρκός, ανοίγουν αμέσως τα μάτια της ψυχής και βλέπει εκείνα που δεν έβλεπε προηγουμένως με τα μάτια της σαρκός. Πρέπει να αναλάβουμε τον σωστό αγώνα, τη σωστή αντιμετώπιση της πραγματικότητος, το ότι εδώ είμεθα προσωρινά και φεύγουμε για παντοτινά στον άλλον κόσμο. Βλέπετε ότι εδώ νιώθουμε τον Χριστό με αίσθηση της ψυχής μας. Εκεί, στον άλον κόσμο, εάν το έλεος του Θεού μας σώσει, θα τον δούμε πρόσωπον προς πρόσωπον. Η ψυχή που αγωνίζεται, που υπομένει, που πιστεύει ακράδαντα στην ύπαρξη του Θεού, στην άλλη ζωή, στις ημέρες της χάριτος, νιώθει σαν να είναι οπλισμένη με τα όπλα του φωτός, της χάριτος, του θείου έρωτος. Νιώθει σαν να στέκει μπροστά στο θρόνο του Θεού, έτοιμη να δώσει τη μάχη εναντίον εκείνων που αντιστρατεύονται σε Εκείνον που λατρεύει και υπερμαχεί. Ενίοτε επίσης νιώθει να είναι ντυμένη σαν νύμφη του ουρανίου νυμφίου, στολισμένη με την ομορφιά του ουρανού. Και διακατέχεται από μία αγάπη και έρωτα, πότε να συναφθεί με τον ουράνιο νυμφίο αιώνια. Πόσο όμορφα είναι ο Χριστιανός να νιώθει τον εαυτόν του σαν παιδί του Θεού! Να αισθάνεται τον Θεό σαν Πατέρα του πνευματικό, σωστών, αληθινών. Τότε ακριβώς τον εγκαταλείπει ο φόβος του θανάτου. Αντ’ αυτού, νιώθει πλούτο εμπιστοσύνης εις το ότι ο Πατέρας Του είναι ο κριτής. Ο Πατέρας Του είναι Εκείνος που θα του δώσει τη Βασιλεία Του. Τότε γιατί να φοβάται; Έλεγε ο Αββάς Παμβώ ότι αν κολλήσει ουρανός και γη, φόβος δεν θα εισέλθει μέσα στην ψυχή μου. Και τούτο διότι ένιωθε την αγάπη του Θεού. Για να φθάσει κανείς, σχετικώς σε αυτά τα μέτρα πρέπει προηγουμένως εδώ στον κόσμο, εδώ σε αυτόν τον αγώνα να προκαταβάλει τους κατά θεόν κόπους. Να υπομένει. Να υπομένει τους πειρασμούς, τις θλίψεις, τους πόνους. Να ταπεινώνεται συνέχεια. Να είναι προσεκτικός γενικά στη ζωή του. Και τότε, στον καιρό που δεν περιμένει, θα νιώθει την επίσκεψη της Χάριτος του Θεού. Ιδού το έργον του μοναχισμού. Παίρνει έναν άνθρωπο από τον κόσμο γεμάτο από εμπάθεια, από αδυναμίες, φορτωμένον από αμαρτήματα μεγάλα και μικρά και συν το χρόνο τον επεξεργάζεται κατά θαυμαστόν τρόπον και κάποια μέρα τον παρουσιάζει πνευματικόν άνθρωπον, άνθρωπον να έχει σχέσεις με τον ουρανό, με την αγάπη του Θεού, με τη μέλλουσα ζωή. Ένας τέτοιος άνθρωπος υπήρξε και ο μακαριστός γέροντας μου. Μακάριος κατά πάντα, στον κόσμο δεν γνώριζε καν Θεόν. Και όμως, όταν η χάρις του Θεού τον επισκέφτηκε και τον έφερε εδώ στο Άγιον Όρος, στον μοναχισμό, στο άμισθον ιατρείο. Ο μοναχισμός με τον τρόπο του και με την τέχνη του και με την επιστήμη του, τον κατέστησε κατά κάποιον τρόπον ουράνιο οικιστή. Ημείς αυτού του ανθρώπου είμεθα σπέρμα. Για να πετύχουμε όμως και ημείς ό,τι αυτός πέτυχε, κατά το δυνατόν πρέπει και εμείς να ακολουθούμε τα ίχνη Του. Ας αγωνιστούμε λοιπόν με όλη τη δύναμη της ψυχής μας, ώστε από τούτον εδώ τον κόσμο να γνωρίσουμε με αίσθηση της ψυχής μας και τον άλλον κόσμο. Σαν επιτυχία στον μοναχισμό είναι τούτο. Να γνωρίσουμε, να γευθούμε τα του άλλου κόσμου. Να φθάσουμε να αγαπήσουμε τον Χριστό μας, ώστε να ποθούμε να δούμε το θείον Του πρόσωπο. Όπως και κάποια ψυχή που αγαπούσε αφάνταστα τον Χριστό μας. Και θέλησε από την αγάπη του Χριστού, ορμώμενος να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους, και δη να προσκυνήσει τον τάφο της θείας Του αγάπης. Και επάνω. Και όταν έφτασε εκεί και είδε τον τάφο του Χριστού. Εκείνου που αγαπούσε τρομερά. Έπεσε επάνω εις τον τάφο του Χριστού μας και εκεί παρέδωκε την μακαρίαν του ψυχή στα χέρια και στην αγάπη Εκείνου. Στον άλλον κόσμο λένε οι Πατέρες ότι η αγάπη του Χριστού και η αγάπη που θα νιώθει, που θα νιώθουν οι ψυχές η μία προς την άλλη, θα είναι η τροφή των. Η μία ψυχή θα βλέπει την άλλη και θα νιώθει μέσα της έναν σωστό παράδεισο. Γι’ αυτό το νιώθουμε κι εδώ, μέχρι ενός ελάχιστού σημείου βέβαια. Όταν η χάρις του Θεού πυρπολεί την καρδιά, ο άνθρωπος ο πνευματικός νιώθει απέραντη αγάπη προς τους αδελφούς. Νιώθει μέσα του να τους αγκαλιάζει όλους. Και αδελφούς και φίλους και εχθρούς και όλη την άψυχη κτήση. Και τότε του ερμηνεύεται γιατί ο Θεός υπομένει τους ανθρώπους. Υπομένει τους αμαρτωλούς. Με όλες τις κακίες τους. Εκείνη την ώρα αυτός ο άνθρωπος, όσα και να του κάνουν, δεν πρόκειται να σκανδαλιστεί, αλλά μάλλον θα εκφράσει τρόπους αγάπης. Που είναι και άνθρωπος, με μέτρο. Ενώ, ο άπειρος Θεός με την άπειρη αγάπη Του, πώς είναι δυνατόν να μην υπομένει τους ανθρώπους με την τόσην αμαρτωλότητά τους; Ας αγωνιστούμε, Πατέρες μου, ας αγωνιστούμε τώρα που είμεθα εδώ. Να κάνουμε προϋποθέσεις για τον Ουρανό. [ Η μεταμέλεια μετά θάνατον δεν θα μας ωφελήσει καθόλου. Ας βάλουμε αρχή. Ό,τι μας λέει η συνείδησις, ο εσωτερικός οδηγός, ας το κάνουμε. Ας μην την καταφρονούμε. Μας διδάσκει πάρα πολύ σωστά. Με οδηγό εσωτερικό τη συνείδηση και με εξωτερικό τον γραπτό Λόγον του Θεού, ας προχωρούμε προς την υπακοήν. Ας ακολουθούμε τους δύο οδηγούς. Και οπωσδήποτε ασφαλώς θα μας οδηγήσουν στον Χριστό μας, και δια του Χριστού μας θα πετύχουμε το Άγιον Πάσχα του Ουρανού, το αιώνιο, το ανέσπερο. Εκεί επάνω που θα υπάρξει η αιώνιος πανήγυρις. Εκεί οι άγγελοι, με το ότι τους έχει πλουτίσει ο Θεός, θα παίζουν Εμβατήρια Ουράνια Αναστάσιμα, εις ευφροσύνη των ψυχών εκείνων που πέτυχαν, που κέρδισαν το λαχείον του ουρανού. Μακάριον και τρισμακάριον το δέκατο τάγμα των Αγγέλων! Το οποίον είναι οι μοναχοί που θα κερδίσουν την θέσιν αυτήν στον ουρανό. Θα βλέπουν το πρόσωπον του Χριστού εις τους αιώνας των αιώνων. Θα συμψαλλουν και οι πετυχημένοι αυτοί οι μοναχοί με τους Αγγέλους μαζί. Θα πανηγυρίζουν, θα ευφραίνονται. Θ’ ευλογούν τον Χριστόν, ο οποίος έκαμε αυτή τη μεγάλην θυσίαν. Και σταυρώθηκε και αναστήθηκε και έσωσε το ανθρώπινον γένος. Ας ευχηθούμε να βρεθούμε κι εμείς, οι ταπεινοί και ελάχιστοι, ον πρώτος είμαι εγώ, σε αυτό το τάγμα των Αγγέλων, στον τόπο του Εωσφόρου. Εις δόξαν Θεού. Εις δόξαν Εκείνου, που θυσιάστηκε για το αρνίον το άμωμον. Ας ευχηθούμε ώστε τα τέλη μας σε τούτον τον κόσμο να είναι χριστιανικά, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, με καλήν απολογίαν και με αρίστην επιτυχίαν σε εκείνον τον μακάριο κόσμο.